Πώς θα στηρίξουν οι φόροι την ανάκαμψη στη μετά-Covid19 εποχή
Στα τέλη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, ο Αυστριακός οικονομολόγος Γιόζεφ Σούμπετερ είχε επινοήσει τον όρο «κεραυνός της Ιστορίας», για να περιγράψει τις ιστορικές ρίζες των δημοσιονομικών συστημάτων. Γεγονότα όπως ο πόλεμος, μια επανάσταση και οι καταστροφές επιδρούν με καταλυτικό τρόπο στη διαμόρφωση της φορολογίας.
Για παράδειγμα, οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι στάθηκαν αφορμή για την υιοθέτηση νέων φόρων -κυρίως του φόρου εισοδήματος- οι οποίοι είναι σε ισχύ ακόμη και σήμερα και επιβεβαιώνουν τον χαρακτηρισμό του «κεραυνού της Ιστορίας».
Επιστρέφοντας στο παρόν και στην εποχή της πανδημίας του κορωνοϊού, οι προσπάθειες διαχείρισης και αντιμετώπισης της Covid-19 προσομοιάζουν σε πολλούς τρόπους με έναν πόλεμο. Ο Σούμπετερ είχε μιλήσει για «δημιουργική καταστροφή», θεωρώντας ότι οι οικονομικές κρίσεις δημιουργούν ευκαιρίες για επανεκκίνηση της οικονομίας και αποτελούν αφετηρίες καινοτομίας.
Πράγματι, οι κυβερνήσεις ειδικά των ευρωπαϊκών χωρών δημιούργησαν ένα δίχτυ προστασίας, διοχετεύοντας άφθονο χρήμα για τη στήριξη της οικονομίας, των επιχειρήσεων και για να αποφύγουν ένα «τσουνάμι» απολύσεων. Οι μαζικοί εμβολιασμοί και η επανεκκίνηση των οικονομιών θέτουν στο προσκήνιο τα σενάρια για την ανάκαμψη στη μετα-Covid19 εποχή. Μπορεί αυτή η ανάκαμψη να στηριχθεί στη φορολογία και στη φορολόγηση των μεγάλων εισοδημάτων;
Κρίση Covid-19 και ανανέωση του «κοινωνικού συμβολαίου»
Η πανδημία στάθηκε αφορμή για την ενίσχυση του ρόλου του κράτους στην προστασία κατά των υγειονομικών κινδύνων και στα προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας, ώστε να αντισταθμισθούν οι οικονομικές συνέπειες της υγειονομικής κρίσης, εξηγούν οι οικονομολόγοι Ραμπάχ Αρέτσκι και Γκρεγκουάρ Ρότα-Γκρατσιόζι σε ανάλυση του Ινστιτούτου Brookings. Υπό αυτό το πρίσμα, η πανδημία κατέδειξε την ανάγκη για ένα αποτελεσματικό κράτος και ενδεχομένως να συμβάλει στη βελτίωση της προθυμίας των πολιτών να καταβάλλουν φόρους.
Σύμφωνα με τους οικονομολόγους, η φορολόγηση του πλούτου θα διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στη μετά Covid-19 εποχή, όπως συνέβη και στις μεταπολεμικές περιόδους αλλά και σε άλλες περιόδους πανδημίας. Οι μεγαλύτερες γενεές κατέχουν περισσότερο πλούτο από ό,τι οι νεότερες γενεές, οι οποίες επλήγησαν και περισσότερο από τα περιοριστικά μέτρα, γεγονός που λειτουργεί ως ισχυρό επιχείρημα υπέρ της φορολόγησης του πλούτου.
Για τις αναπτυσσόμενες χώρες, όπου παρατηρούνται μεγάλες εισοδηματικές ανισότητες, μια περισσότερο ρεαλιστική προσέγγιση θα ήταν η επιβολή ενός φόρου στις μεγάλες ακίνητες περιουσίες, επισημαίνεται στην ανάλυση του Ινστιτούτου Brookings.
«Κλειδί» η αποτελεσματικότητα των φορολογικών συστημάτων
Για να επιτευχθεί ο στόχος της οικονομικής ανάπτυξης από την κρίση Covid-19, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να στραφούν προς την κατεύθυνση της αποτελεσματικότητας των φορολογικών συστημάτων, κλείνοντας όλα τα «παραθυράκια» που επιτρέπουν διαρροή δημοσίων πόρων, τόσο από την πλευρά των δαπανών όσο και στο σκέλος των εσόδων. Αυτή η κρίση αποτελεί μια ευκαιρία για την ανανέωση του «κοινωνικού συμβολαίου» και την ενίσχυση της φορολογικής διοίκησης και διαφάνειας, σε συνδυασμό με διεύρυνση της φορολογικής βάσης και πάταξη της φοροδιαφυγής. Παρ’ όλα αυτά, οι κυβερνήσεις πρέπει να αναζητήσουν και εναλλακτικούς τρόπους εξασφάλισης πόρων, πέραν της φορολογίας, προσελκύοντας επενδύσεις και επιταχύνοντας τα προγράμματα ιδιωτικοποιήσεων.
Συνεπεία της πανδημίας, τα φορολογικά έσοδα αναμένεται να είναι σημαντικά μειωμένα για αρκετά χρόνια, λόγω του άμεσου αντίκτυπου της κρίσης, αλλά και εξαιτίας των μέτρων ενίσχυσης που έλαβαν οι εθνικές αρχές στη διάρκεια της κρίσης.
Με βάση τις εκτιμήσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, χρειάσθηκε κατά μέσο όρο να μεσολαβήσουν οκτώ χρόνια μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 για την επαναφορά των φορολογικών εσόδων σε επίπεδα προ-κρίσης. Και οι χώρες με περιορισμένο δημοσιονομικό χώρο έχουν και στενότερα περιθώρια δημοσιονομικής ευελιξίας. Σύμφωνα με το ΔΝΤ, σε ορισμένες περιπτώσεις κρίνεται αναγκαία η ελάφρυνση χρέους και η διεθνής οικονομική βοήθεια.
Η περίπτωση της Ελλάδας και οι «πληγές» της κρίσης χρέους
Στην Ελλάδα, η δημοσιονομική προσαρμογή την εποχή των μνημονίων στηρίχθηκε κυρίως στην αύξηση της φορολογίας. Καθ’ όλη τη δεκαετία της κρίσης 2008-18, η αύξηση των εσόδων σε συνθήκες ύφεσης προήλθε κατά κύριο λόγο από τη μεγάλη και συνεχή αύξηση των φορολογικών συντελεστών στο εισόδημα, την κατανάλωση, τα κέρδη των επιχειρήσεων και την περιουσία, με αρνητικές επιπτώσεις στην αναπτυξιακή δυναμική και τη φορολογική δικαιοσύνη.
Όπως προκύπτει από στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, μεταξύ 2008 και 2018, ενώ το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 26%, τα φορολογικά έσοδα αυξήθηκαν σταδιακά σχεδόν κατά 6 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ, από 33% σε 39% του ΑΕΠ, προσεγγίζοντας τον μέσο όρο της Ευρωζώνης.
Πριν από τις μεταρρυθμίσεις που εφαρμόστηκαν κατά τη διάρκεια των προγραμμάτων προσαρμογής, ενδεικτικές ήταν οι στρεβλώσεις του φορολογικού συστήματος: Το 2011, το 8% των φορολογουμένων πλήρωνε το 69% των φόρων εισοδήματος φυσικών προσώπων, και το 0,4% των επιχειρήσεων πλήρωνε το 61% των φόρων εισοδήματος νομικών προσώπων. Οι τάσεις αυτές άλλαξαν με τις φορολογικές μεταρρυθμίσεις που υιοθετήθηκαν συμβάλλοντας στη διεύρυνση της φορολογικής βάσης.
Εν μέσω πανδημίας, η κυβέρνηση προέβη σε μια σειρά φορολογικών μέτρων για την αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων από τα περιοριστικά μέτρα:
– Μείωση της μίσθωσης επαγγελματικών ακινήτων με στήριξη των εκμισθωτών από τη μη-είσπραξη μισθωμάτων
– Αναστολή προθεσμιών λήξης, εμφάνισης και πληρωμής επιταγών και αναστολή έκδοσης διαταγών πληρωμής
– Αναστολή ΦΠΑ και βεβαιωμένων οφειλών για τις πληγείσες επιχειρήσεις
– Αναστολή καταβολής φόρων για αυτοαπασχολούμενους / ατομικές επιχειρήσεις
– Κρατική ενίσχυση επιχειρήσεων με τη μορφή επιδότησης παγίων δαπανών
– Παράταση προθεσμιών είσπραξης ειδικού φόρου κατανάλωσης, φόρου προστιθέμενης αξίας και λοιπών επιβαρύνσεων αλκοολούχων
Στη διάρκεια του 2020, το ύψος των μέτρων που έλαβε το υπουργείο Οικονομικών για τη στήριξη της οικονομίας ανήλθε στα 24 δισ. ευρώ, ενώ για το 2021 ο «λογαριασμός» υπολογίζεται ότι θα υπερβεί τα 14 δισ. ευρώ.
Το δίλημμα για την ελληνική κυβέρνηση, όπως και για τις υπόλοιπες κυβερνήσεις, είναι το πότε θα πρέπει να αποσυρθούν τα μέτρα στήριξης. Το οικονομικό επιτελείο διαβεβαιώνει ότι θα συνεχίσει να στηρίζει την οικονομία και την κοινωνία για όσον καιρό διαρκεί η κρίση. Θα πρέπει όμως να τηρηθούν λεπτές ισορροπίες, ώστε να αποφευχθεί ο δημοσιονομικός εκτροχιασμός.
Έξι βήματα για την πάταξη της φοροδιαφυγής
Ένας από τους άξονες του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0» αφορά τη βελτίωση της φορολογικής διοίκησης και την υιοθέτηση φιλοαναπτυξιακών φορολογικών εργαλείων. Μέσω του συγκεκριμένου άξονα επιδιώκεται η πάταξη της φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής, ενισχύοντας την ανθεκτικότητα, περιορίζοντας την κατεύθυνση πόρων προς την παραοικονομία, με στόχο μια πιο δίκαιη φορολογία. Συμπεριλαμβάνει πολλές μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις όπως αναλύονται παρακάτω: Από πλευράς φορολογικού πλαισίου: η πλήρης κωδικοποίηση της φορολογικής νομοθεσίας με σκοπό την αύξηση της διαφάνειας, ένα νέο πλαίσιο για την καταπολέμηση του λαθρεμπορίου προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης (καπνός, οινοπνευματώδη και ενέργεια), η υιοθέτηση πρόσθετων μέτρων και κινήτρων για περαιτέρω αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών, η εφαρμογή μιας ψηφιακής και αυτόματης διαδικασίας ηλεκτρονικής επιστροφής ΦΠΑ. Επιπλέον, προβλέπεται η καθιέρωση των ταμειακών μηχανών νέας τεχνολογίας σε ολόκληρη τη χώρα οι οποίες θα συνδέονται on-line με τις φορολογικές αρχές.
Το Σχέδιο Ανάκαμψης περιλαμβάνει ένα φιλόδοξο έργο για την εφαρμογή τεχνητής νοημοσύνης στο σχεδιασμό φορολογικών ελέγχων. Από την πλευρά της φορολογικής διοίκησης, πρέπει να συνεχιστεί η ψηφιοποίηση της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων.
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News