Τζον Πόλσον: Το μεγάλο σορτάρισμα και το στοίχημα στην Ελλάδα
Η είσοδος του Τζον Πόλσον στην αύξηση κεφαλαίου της Τράπεζας Πειραιώς με 265 εκατ. ευρώ μπορεί να θεωρηθεί και μία ψήφος εμπιστοσύνης στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Άλλωστε, ο 65χρονος fund manager μπορεί να μην ζει πια τις ημέρες δόξας της περασμένης δεκαετίας, όμως παραμένει ένα από τα διασημότερα ονόματα στον κόσμο των επενδύσεων, αφού το μεγάλο σορτάρισμα της στεγαστικής πίστης λίγο πριν σκάσει η φούσκα το 2007, τον έβαλε στο πάνθεον των μεγάλων της Wall Street.
Γεννημένος στο Κουίνς της Νέας Υόρκης, ο Πόλσον σπούδασε στο New York University και στο Harvard, όπου μάλιστα ήταν ανάμεσα στους καλύτερους της χρονιάς του. Το 1984 έπιασε δουλειά στη Bear Stearns και έως το 1994 είχε μαζέψει αρκετά χρήματα για να ιδρύσει τη δική του επενδυτική εταιρεία. Με 2 εκατ. δολάρια και μόλις έναν υπάλληλο, άνοιξε την Paulson & Co, όμως το ξεκίνημα αυτό δεν προϊδέαζε σε τίποτα για τις μεγάλες στιγμές που θα ζούσε λίγα χρόνια αργότερα.
Εστιάζοντας στο αρμπιτράζ με εταιρείες-στόχους εξαγοράς, ο Πόλσον έβγαζε αξιοπρεπείς αποδόσεις, χωρίς ωστόσο να ξεχωρίζει ιδιαίτερα. Αυτό έμελλε να αλλάξει το 2006, όταν το μάτι του έπεσε στη μεγάλη αύξηση των τιμών στην αγορά των αμερικανικών κατοικιών. Δουλεύοντας με τον αναλυτή Πάολο Πελεγκρίνι, ο Πόλσον είχε την ιδέα να αγοράσει credit default swaps, ένα είδος ασφάλιστρου κινδύνου, για να ποντάρει στην πτώση των πιο ριψοκίνδυνων τιτλοποιήσεων στεγαστικών δανείων.
Η πρώτη μεγάλη επιτυχία
Αρχικά, όσοι τον έβλεπαν να αγοράζει τα CDS τον πήραν για τρελό, όμως εκείνος δικαιώθηκε και μάλιστα πανηγυρικά. Με το σκάσιμο της φούσκας των ενυπόθηκων δανείων, η Paulson & Co έβγαλε κέρδη σχεδόν 20 δισ. δολαρίων για τους πελάτες και τους υπαλλήλους της το 2007 και το 2008. Από αυτά, σχεδόν 4 δισ. δολάρια ήταν τα προσωπικά του κέρδη.
Και μπορεί το best seller βιβλίο του Μάικλ Λιούις (και η μετέπειτα ταινία) «The Big Short» να μην αναφέρεται στο πρόσωπό του, όμως ο Πόλσον έγινε ο διασημότερος από τους traders που έβγαλαν δισεκατομμύρια από το σκάσιμο αυτής της φούσκας, η οποία οδήγησε στο κραχ και την κατάρρευση του παγκόσμιου χρηματοοικονομικού συστήματος.
Στα χρόνια που ακολούθησαν, η φήμη του εκτινάχθηκε, με αποτέλεσμα η Paulson & Co να γίνει μία από τις μεγαλύτερες εταιρείες hedge funds στον κόσμο, φτάνοντας να διαχειρίζεται 38 δισ. δολάρια.
Όμως ο Πόλσον αναζητούσε πάντα το επόμενο μεγάλο trade. «Είναι σαν το Γουίμπλετον. Όταν κερδίζεις ένα χρόνο, δεν τα παρατάς, θέλεις να κερδίσεις και πάλι», είχε πει στον Γκρέγκορι Ζάκερμαν, για το βιβλίο «The Greatest Trade Ever».
Οι λάθος υπολογισμοί
Βέβαια, ο κόσμος των επενδύσεων έχει τα πάνω και τα κάτω του. Ο Πόλσον αποδείχθηκε υπερβολικά αισιόδοξος όταν πόνταρε στην ανάκαμψη της αμερικανικής οικονομίας και υπερβολικά απαισιόδοξος όταν στοιχημάτισε στην ευρωπαϊκή κρίση χρέους. Και όταν πίστεψε ότι οι τιμές του χρυσού θα ανέβαιναν καθώς οι επενδυτές θα αναζητούσαν προστασία από τον πληθωρισμό, το πολύτιμο μέταλλο μπήκε σε bear market.
Το 2012, όταν το βασικό hedge fund του προσπαθούσε να συνέλθει από τις ζημιές του 52% που είχε καταγράψει την προηγούμενη χρονιά, το περιοδικό Bloomberg BusinessWeek τον έβαλε στο εξώφυλλό του, με ένα χαρτάκι post-it κολλημένο πάνω στο πρόσωπό του, που έγραφε «ο Μεγάλος Χαμένος».
Τα χρόνια εκείνα, μάλιστα, δεν ήταν λίγες οι φορές που ο Πόλσον πίστεψε ότι είχε βρει το επόμενο μεγάλο trade στην Αθήνα. Στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας, υπήρξε ο βασικός ενορχηστρωτής της κερδοσκοπικής επίθεσης κατά του ευρώ. Τη δική του σφραγίδα έφερε το περίφημο πλέον «μυστικό δείπνο» που διοργανώθηκε στις 28 Ιανουαρίου του 2010 στο ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρετανία» της Πλατείας Συντάγματος, όπου μερικοί από τους ισχυρότερους επενδυτές του κόσμου συμφώνησαν να «χτυπήσουν» το ευρώ μέσω του πιο αδύναμου κρίκου του, της Ελλάδας. Ο Πόλσον λέγεται ότι πόνταρε περίπου 4 δισ. ευρώ στη χρεοκοπία της Ελλάδας, βγάζοντας σημαντικά κέρδη από τα ασφάλιστρα κινδύνου (CDS).
Και η αναζήτηση του επόμενου μεγάλου trade στην Ελλάδα
Όμως, τα επόμενα χρόνια είχε πια πειστεί ότι η Ελλάδα θα ανακάμψει. Η Paulson & Co συμμετείχε στις αυξήσεις κεφαλαίου που πραγματοποίησαν οι ελληνικές τράπεζες το 2014 καθώς και στην ανακεφαλαιοποίηση του 2015, ενώ αγόρασε και το 10% της ΕΥΔΑΠ. «Ο ήλιος θα λάμψει και πάλι στην Ελλάδα», έλεγε από το βήμα επενδυτικού συνεδρίου στη Νέα Υόρκη το 2015. Αυτή τη φορά, επέστρεφε στην Αθήνα με το ρόλο του σωτήρα, περνώντας μάλιστα και το κατώφλι του Μεγάρου Μαξίμου, μαζί με άλλους μεγαλοεπενδυτές των τραπεζών. Βέβαια, όπως αποδείχθηκε, η αισιοδοξία του για την Ελλάδα ήταν πρόωρη.
Με την Paulson & Co σε συρρίκνωση (είχε φτάσει να διαχειρίζεται λιγότερα από 9 δισ. δολάρια), ο Πόλσον αποφάσισε πέρυσι να επιστρέψει στους πελάτες του τα χρήματά τους και να μετατρέψει την εταιρεία σε family office, το οποίο διαχειρίζεται πλέον μόνο τη δική του περιουσία. Έτσι και αλλιώς, στη φάση αυτή, τα δικά του κεφάλαια υπολογίζεται ότι αποτελούσαν το 70-80% των χρημάτων που επένδυε η Paulson & Co.
Ουσιαστικά, ο Πόλσον ακολούθησε το παράδειγμα άλλων μεγάλων hedge fund managers, όπως ο Τζορτζ Σόρος, ο Καρλ Άικαν και ο Στάνλεϊ Ντρακενμίλερ, που επέστρεψαν τα χρήματα των πελατών τους και απελευθερώθηκαν από τα «δεσμά» των hedge funds. Πλέον, δεν χρειάζεται να στέλνουν τριμηνιαίες επιστολές στους πελάτες, να τους εξηγούν τα trades ή ακόμα και να πηγαίνουν στο γραφείο κάθε μέρα.
«Τα τελευταία 26 χρόνια όπου έτρεχα μία εταιρεία διαχείρισης κεφαλαίων ήταν μία μεγάλη ανταμοιβή για εμένα. Ανεξάρτητα από τις πρόσφατες διακυμάνσεις, είμαι υπερήφανος για τις μακροπρόθεσμες αποδόσεις μας», έγραψε στην επιστολή του προς τους πελάτες. «Καθώς ένα κεφάλαιο κλείνει, ένα νέο ανοίγει για εμένα και ανυπομονώ να συνεχίσω να έχω ενεργή συμμετοχή στις αγορές».
Τα τελευταία χρόνια, τον βλέπουν συχνά να περπατά στο Central Park. Και την ίδια στιγμή, φαίνεται να έχει ενεργή συμμετοχή στις πολιτικές εξελίξεις, αφού το όνομά του αναφέρθηκε ανάμεσα στους πιο σημαντικούς οικονομικούς υποστηρικτές του πρώην προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ από τον κόσμο της Wall Street.
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News