ΤτΕ: Ανάπτυξη 4,2% το 2021 – Ρίσκο για πτωχεύσεις και ανεργία
Γιατί πήγε πίσω η ανάκαμψη σε όλη την Ευρώπη - Οι προκλήσεις της μεταπανδημικής εποχής για την Ελλάδα
Ανάπτυξη 4,2% θα εμφανίσει η ελληνική οικονομία φέτος, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις που ανακοίνωσε ο Γιάννης Στουρνάρας, μιλώντας στην Ετήσια Γενική Συνέλευση των μετόχων της Τράπεζας της Ελλάδος.
Οι δυσκολίες αντιμετώπισης της πανδημίας, οι φόβοι των μεταλλάξεων και οι καθυστερήσεις τους εμβολιασμούς μεταθέτουν χρονικά την ανάκαμψη σε όλη την Ευρώπη, τόνισε ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας, εκτιμώντας ότι η ανάκαμψη της ζήτησης στην ελληνική οικονομία θα ξεκινήσει το β΄ τρίμηνο του 2021, θα ισχυροποιηθεί το β΄ εξάμηνο του ίδιου έτους και θα συνεχιστεί το 2022.
Η εκτίμηση της ΤτΕ για τους ρυθμούς ανάπτυξης του 2021, η οποία επιβεβαιώνει την εκτίμηση που είχε διατυπώσει ο διοικητής της ΤτΕ στο «MR», εμπεριέχει αβεβαιότητα, εξαιτίας των κινδύνων της πανδημίας και τη δυνατότητα άμεσης άρσης πολλών από τα περιοριστικά μέτρα, σημείωσε ο κ. Στουρνάρας.
Και τόνισε ότι η ταχύτητα ανάκαμψης εξαρτάται από τρεις παράγοντες:
- Πρώτον, την επιτάχυνση των εμβολιασμών όχι μόνο σε εθνικό, αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο. Ο εμβολιασμός του πληθυσμού θα ενισχύσει την εμπιστοσύνη των πολιτών στην προοπτική επίλυσης της υγειονομικής κρίσης και θα δώσει τη δυνατότητα επιστροφής στην κανονικότητα με άρση ταξιδιωτικών και άλλων περιορισμών, συμβάλλοντας έτσι στην ανάκαμψη της εξωτερικής ζήτησης, κυρίως υπηρεσιών. Παράλληλα, θα επιτρέψει την αύξηση της εγχώριας κατανάλωσης και των εγχώριων επενδύσεων.
- Δεύτερον, τη διατήρηση σε εφαρμογή, όσο διαρκεί η πανδημία και μέχρι να εδραιωθεί η ανάκαμψη, των δημοσιονομικών παρεμβάσεων και των έκτακτων μέτρων από το τραπεζικό σύστημα, στοχευμένων σε κατηγορίες εργαζομένων και παραγωγικούς κλάδους που επλήγησαν βαρύτερα αλλά παραμένουν οικονομικά υγιείς.
- Τρίτον, την ταχύτητα ενεργοποίησης του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Η αξιοποίηση των ευρωπαϊκών πόρων από το δεύτερο εξάμηνο του 2021 θα ενισχύσει τη δυναμική της ανάπτυξης και θα διευκολύνει, μέσω της αύξησης του εθνικού προϊόντος, την αποκατάσταση της δημοσιονομικής ισορροπίας χωρίς την ανάγκη επιστροφής στις αυστηρές πολιτικές λιτότητας του παρελθόντος που εγκλώβισαν την οικονομία σε ένα φαύλο κύκλο ύφεσης και στασιμότητας.
Οι προκλήσεις στη μετά την πανδημία εποχή
Οι δύο σημαντικότεροι κίνδυνοι τους οποίους θα αντιμετωπίσει η ελληνική οικονομία στη μετα-πανδημική εποχή είναι ο μεγάλος αριθμός πτωχεύσεων επιχειρήσεων και η κατάργηση πολλών θέσεων εργασίας, κυρίως διαμεσολαβητικού χαρακτήρα και σε κλάδους εντάσεως εργασίας χαμηλής εξειδίκευσης, προειδοποίησε.
«Το ενδεχόμενο πτώχευσης μεγάλου αριθμού οριστικά μη βιώσιμων επιχειρήσεων ενέχει σημαντικούς πιστωτικούς κινδύνους (νέα μη εξυπηρετούμενα δάνεια) και δημοσιονομικούς κινδύνους (καταπτώσεις κρατικών εγγυήσεων, οριστική διαγραφή χρεών προς το Δημόσιο, εισοδηματική στήριξη στους απολυόμενους εργαζομένους), οι οποίοι επηρεάζουν αρνητικά το χρηματοπιστωτικό τομέα και επιβραδύνουν την επιστροφή στη δημοσιονομική ισορροπία», τόνισε ο κ. Στουρνάρας.
Και πρόσθεσε ότι οι επιπτώσεις της πανδημίας θέτουν την ελληνική οικονομία ενώπιον δύο σημαντικών προκλήσεων, που αφορούν:
α) την επίσπευση του ολικού μετασχηματισμού της με στόχο την αύξηση της παραγωγικότητας και με κατεύθυνση την ενίσχυση της ψηφιακής και πράσινης οικονομίας και
β) την ταυτόχρονη και ολική αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων και των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων.
Κυρίαρχο ζητούμενο είναι ο τρόπος επαναφοράς της ελληνικής οικονομίας σε κανονική λειτουργία, επεσήμανε ο κεντρικός τραπεζίτης. Η οικονομική πολιτική θα πρέπει να στραφεί σε ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης και να διευκολύνει τη διαδικασία ανακατανομής πόρων σε δυναμικούς κλάδους και επιχειρήσεις με καλύτερες προοπτικές ανάπτυξης, τόνισε. Και χαρακτήρισε αναγκαία τη διατήρηση της επιλεκτικής οικονομικής στήριξης προς εκείνους τους κλάδους παραγωγής και εκείνες τις ομάδες των εργαζομένων που επλήγησαν βαρύτερα. Τα μέτρα στήριξης θα πρέπει να είναι εξειδικευμένα και στοχευμένα ώστε να αποφευχθεί ο κίνδυνος δημιουργίας συνθηκών πιστωτικής ασφυξίας για τις βιώσιμες επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν προσωρινά προβλήματα ρευστότητας. Παράλληλα, πρέπει να διασφαλιστεί η κουλτούρα πληρωμής υποχρεώσεων και η ομαλή εξυπηρέτηση των χρεών, ενώ επίσης πρέπει να υπάρξει ένα δίχτυ προστασίας για τους εργαζόμενους στις οριστικά μη βιώσιμες επιχειρήσεις. Επιπλέον, είναι αναγκαία η επίσπευση της εφαρμογής πολιτικών με μεταρρυθμιστικό και αναπτυξιακό χαρακτήρα, είπε.
Δημοσιονομική πολιτική
Με βάση την αναθεωρημένη πρόβλεψη της Τράπεζας της Ελλάδος, εκτιμάται ότι το 2020 το πρωτογενές έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης θα διαμορφωθεί σε 7% του ΑΕΠ και το δημόσιο χρέος σε 205% του ΑΕΠ.
Εκτιμάται ότι το 2021 το πρωτογενές έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης θα διαμορφωθεί σε 5,3% του ΑΕΠ.
Οι εξελίξεις στο τραπεζικό σύστημα
Οι καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα σημείωσαν αύξηση κατά 20,6 δισ. ευρώ πέρυσι, επεσήμανε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος. Εκτίμησε, όμως, παράλληλα, ότι οι συνέπειες της πανδημίας στις τράπεζες θα ενταθούν το 2021, με δημιουργία νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων. Η ΤτΕ περιμένει νέα κόκκινα δάνεια ύψους 8-10 δισ. ευρώ το 2021.
Όπως επεσήμανε ο διοικητής, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (NPLs) διαμορφώθηκαν στο τέλος του Δεκεμβρίου 2020 σε 47,4 δισ. ευρώ, μειωμένα κατά περίπου 21 δισ. ευρώ συγκριτικά με το τέλος του Δεκεμβρίου 2019. Ο λόγος των NPLs προς το σύνολο των δανείων παραμένει υψηλός, 30,2%, έναντι μέσου όρου μόλις 2,8% στην ΕΕ. Σε σχέση όμως με το Μάρτιο του 2016, έχει επιτευχθεί μείωση κατά περίπου 60 δισ. ευρώ, η οποία οφείλεται ως επί το πλείστον σε πωλήσεις δανείων και διαγραφές και πολύ λιγότερο σε εισπράξεις μέσω ενεργητικής διαχείρισης. Ως προς τη διάρθρωση των κόκκινων δανείων σε απόλυτα μεγέθη, πάνω από το ήμισυ αφορά επιχειρηματικά δάνεια, το 1/3 περίπου στεγαστικά και το υπόλοιπο καταναλωτικά δάνεια. Επίσης, το ήμισυ σχεδόν του υπολοίπου των μη εξυπηρετούμενων δανείων αφορά δάνεια που έχουν ήδη καταγγελθεί από τις τράπεζες, ενώ το υπόλοιπο των NPLs που συνδέονται με ρυθμίσεις αντιπροσωπεύει περίπου το 1/3 του συνόλου των κόκκινων δανείων. Επί δε του συνόλου των δανείων, εξυπηρετούμενων και μη, σε καθεστώς ρύθμισης υπάγεται περίπου το 1/5. Επισημαίνεται ότι υψηλό ποσοστό των δανείων που είχαν τεθεί σε καθεστώς ρύθμισης εμφάνισε και πάλι καθυστέρηση, και μάλιστα σε αρκετές περιπτώσεις η εξέλιξη αυτή παρατηρήθηκε σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα μετά την εφαρμογή της ρύθμισης.
Με τον Ηρακλή, ο δείκτης των μη εξυπηρετούμενων δανείων θα πέσει στο 25% και ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας θα υποχωρήσει χαμηλότερα από τα σημερινά επίπεδα, σημείωσε ο κ. Στουρνάρας. Σημειώνεται ότι στις εκτιμήσεις αυτές δεν συμπεριλαμβάνονται τα νέα κόκκινα δάνεια που θα δημιουργηθούν.
«Συνεπώς, είναι απαραίτητο να αναληφθούν πρόσθετες ενέργειες οι οποίες θα διευκολύνουν την εμπροσθοβαρή αναγνώριση των ζημιών λόγω αυξημένου πιστωτικού κινδύνου εξαιτίας της πανδημίας και την εξυγίανση των ισολογισμών των τραπεζών μαζί με την αντιμετώπιση του προβλήματος των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων», τόνισε ο κ. Στουρνάρας. Και επανέλαβε ότι η κεντρική τράπεζα έχει προτείνει τη δημιουργία bad bank, η σκοπιμότητα της οποίας εξετάζεται από την κυβέρνηση.
«Στην περίπτωση που δεν επιλεγεί τελικά η πρόταση της ΤτΕ, θα πρέπει να βρεθεί ένας εναλλακτικός τρόπος αντιμετώπισης του προβλήματος των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων, συνεπής με την κείμενη νομοθεσία περί κεφαλαιακών απαιτήσεων» έσπευσε να προσθέσει ο κ. Στουρνάρας.
Αναφερόμενος στις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι τράπεζες, ο κεντρικός τραπεζίτης αναφέρθηκε στη χαμηλή οργανική κερδοφορία, τον αυξανόμενο ανταγωνισμό από μη τραπεζικά ιδρύματα, την ατελή τραπεζική ένωση στην Ευρώπη, τις κυβερνοεπιθέσεις και τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.
moneyreview.gr
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News