Business & Finance Δευτέρα 1/03/2021, 15:07
BUSINESS & FINANCE

διαΝΕΟσις: Πώς θα τονώσουμε την καινοτομία στην Ελλάδα

Τα βασικά προβλήματα και οι πιθανές λύσεις

διαΝΕΟσις: Πώς θα τονώσουμε την καινοτομία στην Ελλάδα

Την αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου με στροφή προς τις εξωστρεφείς παραγωγικές δραστηριότητες, δηλαδή προς κλάδους της οικονομίας που εδράζονται στην καινοτομία, την υψηλή προστιθέμενη αξία, τις εξαγωγές και τις καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας, προτείνει -για ακόμη μία φορά- το ινστιτούτο «διαΝΕΟσις».

Όμως, το μείζον ζήτημα είναι το πώς ακριβώς θα το πετύχουμε αυτό, δεδομένου ότι διαχρονικά η Ελλάδα δεν τα πηγαίνει καλά σ’ αυτόν τομέα.

Σύμφωνα με έρευνα καθηγητών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου (ΕΜΠ), το σύστημα καινοτομίας μιας χώρας περιλαμβάνει όλους τους φορείς και το ρυθμιστικό πλαίσιο, το οποίο ορίζει τους κανόνες της παραγωγής καινοτομίας.

Στην περίπτωση της Ελλάδας, το σύστημα καινοτομίας περιλαμβάνει κυρίως τρεις πυλώνες: 

  • τις επιχειρήσεις (μεγάλες, ώριμες μικρομεσαίες, και καινοτόμα start-ups)
  • το εκπαιδευτικό σύστημα (ερευνητικοί φορείς, πανεπιστήμια, φορείς κατάρτισης)
  • το πολιτικό-διοικητικό σύστημα (κυβέρνηση, κρατικοί φορείς κλπ.)

Οι δαπάνες για Έρευνα και Τεχνολογική Ανάπτυξη (R&D)

Ένας από τους βασικούς άξονες της καινοτομίας είναι οι δαπάνες για R&D. Στην Ελλάδα, οι δημόσιες δαπάνες, οι οποίες διαχρονικά ήταν πολύ χαμηλές, πλέον προσεγγίζουν τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (0,68% του ΑΕΠ το 2019 έναντι 0,70% στην Ε.Ε.).

Ταυτόχρονα, όμως, οι ιδιωτικές δαπάνες είναι πολύ χαμηλές (0,59% του ΑΕΠ, έναντι 1,42% που είναι ο μέσος όρος στην Ε.Ε.). Ενδεικτικά,  όλις μία στις επτά επιχειρήσεις έχουν κάποιας μορφής συνεργασία με πανεπιστήμιο ή ερευνητικό κέντρο. 

Συνολικά, επομένως, οι δημόσιες και ιδιωτικές δαπάνες για R&D ήταν 2,34 δισ. ευρώ για το 2019 -δηλαδή 1,27% του ΑΕΠ, έναντι 2,14% στην Ε.Ε. Χώρες με παρόμοιο πληθυσμό, όπως το Βέλγιο ή η Αυστρία, δαπανούν πενταπλάσια ποσά (13,8 και 12,7 δισ. αντίστοιχα για το 2019).

Το πρόβλημα της κατοχύρωσης

Η κατοχύρωση των δικαιωμάτων αποκλειστικής χρήσης ενός ερευνητικού αποτελέσματος είναι σημαντικό κομμάτι ενός συστήματος καινοτομίας. Στην Ελλάδα κατατίθενται μόνο 8,38 αιτήσεις για διπλώματα ευρεσιτεχνίας ανά εκατ. κατοίκους. Την ίδια ώρα, ο μέσος όρος της Ε.Ε. είναι 106,84.

Ο κυριότερος λόγος δεν είναι τόσο το ότι οι δαπάνες των ελληνικών επιχειρήσεων για R&D οδηγούν σε λιγότερες πατέντες (ο λόγος πατεντών προς ιδιωτικές δαπάνες R&D είναι κοντά στο μέσο όρο της Ε.Ε.) αλλά κυρίως το ότι οι ελληνικές επιχειρήσεις που ενδιαφέρονται για την κατοχύρωση ευρεσιτεχνιών, είναι ελάχιστες.

Ενδεικτικά, σύμφωνα με έρευνα του ΙΟΒΕ από το 2011 έως το 2013, μόλις το 4% δήλωσε ότι είχαν κάνει αίτηση για πατέντα στο εξωτερικό. Τα ελληνικά Πανεπιστήμια, από την πλευρά τους, δεν δίνουν μεγάλη έμφαση στην κατοχύρωση ευρεσιτεχνιών, με αποτέλεσμα οι λίγοι ερευνητές που θέλουν να προχωρήσουν προς αυτή την κατεύθυνση, να τα παρακάμπτουν και να ακολουθούν τις διαδικασίες μόνοι τους.

Το ελληνικό σύστημα παραγωγής έρευνας, εξάλλου, είναι εξαιρετικά κλειστό και εσωστρεφές. Ελάχιστοι ξένοι ερευνητές έρχονται να εργαστούν στην Ελλάδα (μόλις το 1,4% των υποψήφιων διδακτόρων είναι από χώρες του εξωτερικού, έναντι 21,4% στην Ε.Ε.). Η αντίθετη πορεία, δε, είναι πολύ πιο συνηθισμένη. Ως εκ τούτου, οι άνθρωποι που εργάζονται στο R&D στην Ελλάδα υπολογίζονται μόνο σε περίπου 55.000, την ώρα που στο Βέλγιο και την Αυστρία απασχολούνται σχεδόν διπλάσιοι.

Τα χρήματα για εκπαίδευση

Η Ελλάδα παραδοσιακά δαπανά πολύ λίγα χρήματα για την εκπαίδευση (3,9% του ΑΕΠ, έναντι 4,6% που είναι ο ευρωπαϊκός μέσος όρος). Ως εκ τούτου, και ως προς τον τεχνολογικό αλφαβητισμό, η χώρα είναι κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Το 22% των Ελλήνων δεν έχει χρησιμοποιήσει καθόλου το διαδίκτυο τους τελευταίους 3 μήνες -το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό στην Ε.Ε. 

Παρότι η χώρα έχει πολλούς αποφοίτους τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (το 42,5% των Ελλήνων ηλικίας 25-34 είναι απόφοιτοι τριτοβάθμιας το 2019, ενώ είμαστε η 5η χώρα της Ε.Ε. σε απόλυτο αριθμό υποψηφίων διδακτόρων), οι περισσότεροι είναι εκπαιδευμένοι σε τομείς που δεν χρειάζεται η αγορά εργασίας. Το ποσοστό των Ελλήνων αποφοίτων που εργάζονται σε θέσεις εργασίας που δεν χρειάζονται πτυχίο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης είναι το υψηλότερο στην Ε.Ε. (43,3% έναντι 26% του ευρωπαϊκού μέσου όρου).

Από την άλλη πλευρά, σύμφωνα με έρευνα του ΣΕΒ, το 36% των επιχειρήσεων δυσκολεύεται να καλύψουν τις κενές θέσεις εργασίας, ενώ το 46% δηλώνει ότι το προσωπικό τους δεν έχει τις απαραίτητες γνώσεις και δεξιότητες για τη θέση εργασίας τους. Μέρος του προβλήματος είναι το brain drain (σχεδόν μισό εκατομμύριο πολίτες έφυγαν τη δεκαετία 2008-2017) αλλά και το ότι ελάχιστες επιχειρήσεις επενδύουν στην επαγγελματική κατάρτιση των εργαζομένων τους. Το 2015 μόνο το 21,7% προσέφεραν τέτοια προγράμματα, και μόνο το 18,5% των εργαζόμενων τα αξιοποιούσαν. Τα αντίστοιχα ποσοστά στην Ε.Ε. είναι 72,6% και 40,8%.

Οι λύσεις

Στο θέμα του R&D, σύμφωνα με το «διαΝΕΟσις», θα μπορούσαμε να ξεκινήσουμε με την καθιέρωση ενός μόνιμου εθνικού προγράμματος έρευνας με χρηματοδότηση συμπληρωματική των ευρωπαϊκών προγραμμάτων και στρατηγική στόχευση. Απαραίτητη δε, είναι μια σταδιακή, σταθερή αύξηση της χρηματοδότησης Πανεπιστημίων και ερευνητικών κέντρων για την πραγματοποίηση ερευνητικής δραστηριότητας. 

Παράλληλα, χρειάζεται ενίσχυση/ανανέωση του ερευνητικού δυναμικού των Πανεπιστημίων και των ερευνητικών κέντρων και δράσεις για να εξασφαλιστεί περισσότερη ευελιξία για το ερευνητικό προσωπικό τους, ώστε να μπορούν να συνεργαστούν με τον ιδιωτικό τομέα. Κίνητρα (όπως ο συνυπολογισμός της ερευνητικής συνεργασίας με εταιρείες και της κατοχύρωσης και αξιοποίησης διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και της δημιουργίας spin-offs στην αξιολόγηση της εξέλιξης των μελών ΔΕΠ) και άρση του ασυμβίβαστου που ισχύει σήμερα θεωρούνται μέτρα απαραίτητα.

Χρειάζονται, επίσης, αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν οι Ειδικοί Λογαριασμοί Κονδυλίων Έρευνας (ΕΛΚΕ) των Πανεπιστημίων με απλοποιημένες διαδικασίες για τη διευκόλυνση της χρηματοδότησης ερευνητικών προσπαθειών. Σήμερα οι γραφειοκρατικές διαδικασίες σε κάποιες περιπτώσεις καθιστούν αδύνατη την αμοιβή κάποιων κατηγοριών καθηγητών για έρευνα μέσω των ΕΛΚΕ.

Εξάλλου, πρέπει να υποστηριχθούν δράσεις όπως το πρόγραμμα «Ερευνώ-Δημιουργώ-Καινοτομώ», καθώς και φορολογικά κίνητρα για την ενίσχυση του R&D στις επιχειρήσεις. Μια αρχή έχει γίνει. Το 2020 το ποσό επενδύσεων σε R&D που απαλλάσσεται από φορολογία, αυξήθηκε από 30% σε 100%.

Μια ενδιαφέρουσα πρόταση που θα μπορούσε να έχει αποτέλεσμα στην προαγωγή και την ανάπτυξη καινοτομίας είναι ο τρόπος που λειτουργούν οι δημόσιες προμήθειες -ακόμα και όταν πρόκειται για προμήθειες στις οποίες η καινοτομία δεν αποτελεί το βασικό ζητούμενο. Αυτό είναι ένα εξαιρετικά πολύτιμο εργαλείο, καθότι πρόκειται για μεγάλα ποσά και για έργα, στα οποία συμμετέχουν εκατοντάδες επιχειρήσεις. Αν οι προδιαγραφές των έργων που αναθέτει το δημόσιο προάγουν την ανάπτυξη καινοτομίας από τους παρόχους (αντί να ζητούν -ενίοτε φωτογραφικά- έτοιμες λύσεις), τότε θα μπορούσαν να αναγκάσουν τους προμηθευτές να αναπτύξουν νέες, καινοτόμες λύσεις.

Αυτή η μέθοδος έχει δουλέψει σε χώρες, όπως η ΗΠΑ, η Ιαπωνία και η Ν. Κορέα -αν και Ε.Ε. υστερεί ακόμη από αυτή την άποψη. Στο παρελθόν, μάλιστα, έχει δουλέψει και στην Ελλάδα. Επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στις τηλεπικοινωνίες, στην ενέργεια ή στις μεταφορές κατόρθωσαν να αναπτύξουν την τεχνολογική τους βάση χάρη στις προμήθειες του δημοσίου. Πιο πρόσφατα, το πρόγραμμα LGAF της ΚΕΔΕ είναι ένα παρόμοιο παράδειγμα. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να ωφελήσει πολύ σε συγκεκριμένους δυνητικά δυναμικού τομείς της οικονομικής δραστηριότητας του δημοσίου, όπως για παράδειγμα την Άμυνα.

Εξάλλου, απαραίτητη είναι η προώθηση της χρήσης ανοιχτών προτύπων και ανοιχτών δεδομένων από τον δημόσιο αλλά και από τον ιδιωτικό τομέα, φορολογικά και άλλα κίνητρα για την κατοχύρωση διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, και υποστήριξη της νέας Ακαδημίας του Οργανισμού Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας (ΟΒΙ).

Ριζική αναβάθμιση της εκπαίδευσης

Η ριζική αναβάθμιση της εκπαιδευτικής διαδικασίας σε όλες τις βαθμίδες είναι επίσης ένα ζητούμενο, και στη δευτεροβάθμια, και στα πανεπιστήμια, και στην τεχνική εκπαίδευση. Η συνεργασία με επιχειρήσεις/βιομηχανία στο πλαίσιο των προγραμμάτων σπουδών, η θεσμοθέτηση πρακτικής άσκησης σε επιχειρήσεις, επισκέψεις γνωριμίας φοιτητών σε επιχειρήσεις, όλα αυτά είναι απαραίτητα βήματα.

Τα Πανεπιστήμια πρέπει να αποκτήσουν Γραφεία Μεταφοράς Τεχνολογίας (σ.σ. το ΑΠΘ είναι το μόνο που έχει μέχρι τώρα / το ΕΜΠ σχεδιάζει αυτή την εποχή το δικό του) τα οποία διαμεσολαβούν σε συνεργασίες ερευνητών με επιχειρήσεις και βιομηχανίες, προσφέροντας υπηρεσίες εκατέρωθεν.

Κάποιες καλές πρακτικές που λειτουργούν ήδη και θα έπρεπε να λειτουργούν σε μεγαλύτερη κλίμακα, περιλαμβάνουν:

  • Τη δημιουργία πλατφορμών τεχνολογίας που συνδέουν ερευνητικά κέντρα, Πανεπιστήμια και επιχειρήσεις -μια παρόμοια είναι η ευρωπαϊκή τεχνολογική πλατφόρμα «Food for Life» στην οποία συμμετέχουν και ελληνικοί φορείς του κλάδου των τροφίμων.
  • Περισσότερες θερμοκοιτίδες επιχειρήσεων στα Πανεπιστήμια, όπως η Μονάδα Καινοτομίας και επιχειρηματικότητας στο ΕΜΠ, η θερμοκοιτίδα ΕΠΙ.νοώ στο ΕΠΙΣΕΥ/ΕΜΠ ή η Μονάδα ACEin στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
  • Περισσότερα και καλύτερα οργανωμένα Τεχνολογικά Πάρκα, όπως το ΤΕΠΑ «Λεύκιππος» (του ΕΚΕΦΕ «Δημόκριτος») και άλλα αντίστοιχα στο Λαύριο, την Πάτρα, την Κρήτη, τη Θεσσαλία και αλλού. 
  • Προγράμματα Βιομηχανικών Διδακτορικών, όπως το πρόγραμμα του ΕΚΕΦΕ «Δημόκριτος», σε συνεργασία με το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, και το UPatras IQ του Πανεπιστημίου Πατρών. Το δεύτερο θα υποστηρίζει τετραετή διδακτορικά βιομηχανικού προσανατολισμού, τα οποία θα χρηματοδοτούνται από το πανεπιστήμιο και μια συνεργαζόμενη επιχείρηση. Η επιχείρηση θα είναι και ο τελικός αποδέκτης της εφαρμοσμένης επιστημονικής λύσης που θα είναι το αντικείμενο του συγκεκριμένου διδακτορικού (τα πνευματικά δικαιώματα θα παραμένουν στον υποψήφιο διδάκτορα). 

Και, βέβαια, πέρα από όλα αυτά, είναι απαραίτητες και μια σειρά από παρεμβάσεις που αφορούν γενικότερα την επιχειρηματικότητα, όπως η σταθεροποίηση του φορολογικού συστήματος, η μείωση της πολυνομίας και της γραφειοκρατίας στη δημόσια διοίκηση, η αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης με έμφαση σε παραγωγικούς, εξωστρεφείς και δυναμικούς τομείς και πολλά άλλα.

moneyreview.gr

Ακολουθήστε το Money Review στο Google News