SPACs: Γιατί ξαφνικά έχουν γίνει τόσο δημοφιλείς
Από τις IPOs στις εταιρείας SPACs
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, ολοένα και περισσότερες ιδιωτικές επιχειρήσεις προσπάθησαν να αντλήσουν κεφάλαια, μέσω των διεθνών χρηματιστηρίων. Έτσι, καθόλου τυχαία, το 2020 αποτέλεσε έτος – καμπή για τις Αρχικές Δημόσιες Προσφορές (IPO), με τις εταιρείες να καθίστανται δημόσιες και να εξασφαλίζουν νέες πηγές ρευστότητας.
Την ίδια ώρα, ωστόσο, σταδιακά αρχίσαμε να ακούμε όλο και πιο έντονα για τις εταιρείες SPACs. Συνολικά, το 2020 περίπου 200 SPACs εισήχθησαν μονο στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης, αντλώντας κεφάλαια ύψους άνω των 64 δισ. δολαρίων.
Ίδια, μάλιστα, αναμένεται η τάση και το 2021, με αρκετές επιχειρήσεις να επιζητούν την είσοδός τους στη Wall Street, μέσω της συγχώνευσης με κάποια SPAC.
Τι ακριβώς είναι επομένως, οι εταιρείας SPAC; Και γιατί μία ιδιωτική επιχείρηση να επιλέξει τη συγχώνευση με μία SPAC αντί να προβεί σε δική της IPO; Εν ολίγοις, πού αποδίδεται η «δημοτικότητα» των SPACs;
Τι είναι οι εταιρείες SPACs
Μία SPAC, στην ουσία, είναι μία εταιρεία ειδικού σκοπού, η οποία λειτουργεί ως εταιρεία – κέλυφος, με αποκλειστικό στόχο την άντληση χρημάτων μέσω της IPO. Στη συνέχεια, προχωρά στην εξαγορά κάποιας ιδιωτικής επιχείρησης, η οποία θέλει να εισαχθεί στο χρηματιστήριο.
Για παράδειγμα, η Diamond Eagle Acquisition Corp ιδρύθηκε το 2019 και εισήχθη στη Wall Street τον Δεκέμβριο του 2019. Ακολούθως προχώρησε στη συγχώνευση με την εταιρεία DraftKings, η οποία κατέστη δημόσια μόλις ολοκληρώθηκε το deal με την Diamond Eagle.
Όπως καθίσταται σαφές, μία εταιρεία SPAC δεν έχει ουδεμία εμπορική δραστηριότητα, δεν παράγει και δεν πουλάει. Στην πραγματικότητα, το μόνο περιουσιακό της στοιχείο είναι τα χρήματα που αντλεί από τους επενδυτές μέσω της IPO.
Κατά κύριο λόγο, μία SPAC συγκροτείται από μία ομάδα θεσμικών επενδυτών, επαγγελματιών της Wall Street ή άλλων διεθνών χρηματιστηρίων, καθώς από hedge funds.
Επένδυση στα… τυφλά
Το εντυπωσιακό στην όλη υπόθεση, όπως επισημαίνει και το έγκριτο CNBC, είναι το γεγονός ότι όταν ένας επενδυτής συμμετέχει στην IPO της SPAC, τοποθετεί τα χρήματά του, χωρίς να γνωρίζει εκ των προτέρων πού ακριβώς θα επενδυθούν. Δηλαδή, δεν ξέρει ποια ιδιωτική εταιρεία θα εξαγοραστεί από την συγκεκριμένη SPAC.
Το πλεονέκτημα των SPACs, σε σχέση με μία τυπική IPO, είναι το γεγονός ότι η διαδικασία εισαγωγής στο χρηματιστήριο είναι πολύ πιο σύντομη χρονικά, ενώ παράλληλα καθιστά εγγυημένη την άντληση των απαιτούμενων κεφαλαίων από την ιδιωτική εταιρεία, η οποία θέλει να καταστεί δημόσια και να αυξήσει τη ρευστότητά της.
Από την άλλη πλευρά, βέβαια, υπάρχουν και αρκετοί πολέμιοι των SPACs, θεωρώντας ότι πρόκειται για μία επένδυση στα… τυφλά, με αμφισβητούμενη διαφάνεια ως προς την κατάληξη των χρημάτων των μετόχων της SPAC. Μάλιστα, υπάρχουν αρκετά παραδείγματα, τα οποία πιστοποιούν ότι οι μέτοχοι δεν καταφέρνουν να «βγάλουν» τα χρήματα που επένδυσαν.
Το μόνο σίγουρο είναι, πάντως, ότι η συγκεκριμένη πρακτική, η οποία δεν είνα καινούρια -υπάρχει αρκετά χρόνια, αλλά για πρώτη φορά είναι τόσο διαδεδομένη- δεν πρόκειται να εξαφανιστεί εν μία νυκτί.
Γερ. Χιον.
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News