Η «τέλεια καταιγίδα» στην MLS: Τον Γιάννη Καματάκη μήνυσαν ομολογιούχοι
Κατά το σκεπτικό της μήνυσης στοιχειοθετείται το αδίκημα της απάτης από την MLS.
Με την τέλεια καταιγίδα βρίσκεται αντιμέτωπη η MLS Πληροφορική. Όπως αποκαλύπτει σήμερα το moneyreview.gr, κατά του ιδρυτή της εταιρείας Ιωάννη Καματάκη, της συζύγου του και δύο ακόμη προσώπων έχουν ασκήσει μήνυση – έγκληση, μέσω του δικηγορικού γραφείου “Σοφός και Συνεργάτες”, τέσσερις ομολογιούχοι που έχουν τοποθετηθεί στην (ομολογιακή) έκδοση -μίας εκ των τριών-ΜΛΣ02 της εταιρείας. Η εταιρεία βρίσκεται σε καθεστώς τεχνικής χρεοκοπίας, έχοντας αθετήσει την πληρωμή των ομολόγων της, ενώ το αίτημα για τρίμηνη μετάθεση της ημερομηνίας αποπληρωμής των κουπονιών (κι έπειτα την πραγματοποίηση πληρωμών ανά εξάμηνο) δεν έχει εγκριθεί από τις έκτακτες γενικές συνελεύσεις της εταιρείας. Ενδεικτικά, για τα κουπόνια του ομολόγου ΜΛΣ01, το τρίμηνο που είχε, αρχικά, ζητήσει η εταιρεία, αλλά εξασφάλισε de facto, δίχως την έγκριση της γ.σ., παρήλθε την Τρίτη 12 Ιανουαρίου.
Με τα δεδομένα αυτά, ορισμένοι εκ των πιστωτών της εταιρείας κατέθεσαν μήνυση στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών, ζητώντας την άσκηση ποινικής δίωξης και την παραδειγματική τιμωρία των επικεφαλής της εταιρείας. Κι αυτό δεδομένου ότι, μεταξύ άλλων, οι εγκαλούμενοι απέβλεπαν σε παράνομο περιουσιακό όφελος που υπερβαίνει το ποσό των 120.000 ευρώ, ήτοι σε ποσό τουλάχιστον 1.000.000 ευρώ.
Κατά το σκεπτικό της μήνυσης, στοιχειοθετείται απάτη, καθώς, σύμφωνα με την έκθεση της «Deloitte Business Solutions Ανώνυμη Εταιρία Συμβούλων Επιχειρήσεων», που έχει αποκαλύψει η εφημερίδα Καθημερινή, το 2018 η εταιρεία -αν όχι και τα προγενέστερα έτη-, δημοσίευε ψευδείς, οικονομικές καταστάσεις, με αποτέλεσμα να εμφανίζεται ως κερδοφόρα εταιρεία. «Εν αντιθέσει με την πραγματικότητα που αγνοούσαμε, κατά την οποία παρουσίαζε ζημίες, τις οποίες είχε ιδιαίτερη νομική υποχρέωση να γνωστοποιήσει (αθέμιτη παρασιώπηση)» αναφέρεται στην μήνυση – έγκληση.
Κατά τους ομολογιούχους, με την παράνομη αυτή ενέργειά της, η εταιρεία αποσκοπούσε στο να πείθει τα τραπεζικά ιδρύματα για την πιστοληπτική της ικανότητα, προκειμένου να λαμβάνει παχυλά δάνεια, με εγγυήσεις, λόγω της δήθεν αξιοπιστίας της στην αγορά και με ισόποση και αντίστοιχη βέβαια δική μας περιουσιακή ζημία, λόγω της εν γνώσει της αδυναμίας να αποπληρώσει τα εν λόγω δάνεια.
«Απόρροια της παράνομης τακτικής της εν λόγω εταιρείας, ήταν η προσέλκυση ημών και έτερων πιθανών επενδυτών- πιστωτών στις αγορές κεφαλαίων και στη διατήρηση αυτών στην κατοχή μας έως και σήμερα, λόγω των θετικών και διογκωμένων μεγεθών, πράγμα που οδηγούσε και στην υπερκάλυψη των ομολογιακών εκδόσεών της. Τα ποσά που προέρχονταν από τις άνω αγορές κεφαλαίων, δεν διετίθεντο για επενδυτικούς σκοπούς, ήτοι για σκοπούς επέκτασης της εταιρείας και κάλυψης αναγκών της, αλλά για σκοπούς πλουτισμού των ίδιων των εγκαλουμένων και ιδιοκτητών της» σημειώνουν οι ομολογιούχοι.
Οι απολαβές, τα μερίσματα και τα εικονικά κέρδη
Προς επίρρωση των ανωτέρω, όπως επισημαίνεται στην μήνυση, οι απολαβές του κ. Καματάκη, μέσω συμβάσεων παροχής υπηρεσιών, ανήλθαν στο ποσό των 265.000 ευρώ για το έτος 2016, στο ποσό των 240.000 ευρώ για το έτος 2017 και στο ποσό των 210.000 ευρώ για το έτος 2018, ήτοι σύνολο 715.000 ευρώ, όπως αποδεικνύεται από την ελεγκτική έκθεση. «Ωστόσο, δημιουργεί εύλογες απορίες η ως άνω τακτική του εγκαλούμενου, εφόσον ως Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της εταιρείας, θα ήταν πιο συνετό να παρέχει τις ανωτέρω υπηρεσίες χωρίς να επιβαρύνει περαιτέρω οικονομικά την εταιρεία, ιδίως κατά την περίοδο που η εταιρεία ήταν βαθιά ζημιογόνα, σύμφωνα με το πόρισμα της ελεγκτικής εταιρείας, με αντίστοιχη και ισόποση βέβαια δική μας περιουσιακή ζημία, λόγω της μείωσης του ενεργητικού της εν λόγω εταιρείας» αναφέρεται.
Επιπροσθέτως, σύμφωνα πάντοτε, με όσα αναφέρει η μήνυση που έχει περιέλθει υπόψη του Moneyreview.gr, η εταιρεία με τα εικονικά κέρδη που παρουσίαζε, διέθετε μέσω μερισμάτων και επιστροφών κεφαλαίων υπέρογκα ποσά, ενώ βασικός δικαιούχος και αδιαμφισβήτητα ωφελημένος ήταν ο κ. Καματάκης.
«Δυστυχώς, άπαντες οι εγκαλούντες τελούσαμε υπό τη βεβαιότητα, ότι έχουμε επενδύσει τις οικονομίες μας σε μία εταιρεία «μεγάλης κεφαλαιοποίησης», φερέγγυας, σταθερά κερδοφόρα και αξιόπιστη, ως ήμασταν πεπεισμένοι από τις ετήσιες δημοσιευμένες οικονομικές καταστάσεις και από τις ψευδείς διαβεβαιώσεις για τη θετική και ανοδική της πορεία που κατά διαστήματα παρείχαν οι εγκαλούμενοι.
Ωστόσο, όλως αιφνιδίως, βρεθήκαμε αντιμέτωποι με μία οικονομική καταστροφή και εξοργισμένοι δια το γεγονός, ότι η εταιρεία την οποία εμπιστευτήκαμε μας εξαπάτησε με σκοπό το παράνομο περιουσιακό όφελος των ιδιοκτητών και των εγκαλουμένων διοικητών της.
Είναι απολύτως βέβαιο, ότι εάν γνωρίζαμε την πραγματική οικονομική κατάσταση της εταιρείας και ότι η θετική εικόνα της, δεν ήταν παρά ένα κατασκεύασμα, προκειμένου να εξαπατηθούμε, ουδέποτε θα είχαμε προβεί σε αγορά ομολογιών ή σε κάθε περίπτωση θα σπεύδαμε εγκαίρως σε πώληση αυτών κατά το χρονικό σημείο που θα διαπιστώναμε την οικονομική πτώση της εταιρείας, ήτοι το αργότερο τον Ιούνιο του έτους 2019, άλλως τον Μάρτιο του έτους 2020, ότε ρευστοποίησε το χαρτοφυλάκιό της η σύζυγος του κ. Καματάκη. Έτσι, δεν θα είχαμε υποστεί τη ζημία που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε και να ξεπεράσουμε, δίχως να επέλθει η ολοσχερής οικονομική καταστροφή μας! Για την απόφασή μας να επενδύσουμε στην εν λόγω εταιρεία και να διατηρήσουμε εφησυχασμένοι τα ομόλογα στην κατοχή μας, ανεπιφύλακτα και καλόπιστα εμπιστευτήκαμε την ειλικρίνεια των δημοσιευμένων ισολογισμών και οικονομικών καταστάσεών της. Εάν δεν είχε ξεκινήσει η σχετική έρευνα της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς η οποία οδήγησε στην εξαγωγή πορίσματος της ελεγκτικής εταιρείας, θα βρισκόμασταν ακόμη στο σκοτάδι» σημειώνεται στην μήνυση.
Σήμερα, υπό τα υπάρχοντα δεδομένα, προοιωνίζονται έτι περισσότερες αρνητικές εξελίξεις, καθώς στο περιβάλλον των ομολογιούχων δανειστών επικρατεί ένα κλίμα ανασφάλειας και ανησυχίας ακόμα και για την ύπαρξη καθ’ αυτής της εταιρείας, ενώ ήδη η μετοχή και τα ομόλογά της παραμένουν σε αναστολή διαπραγμάτευσης και πρόκειται να παραμείνουν ως έχουν, επ’ αόριστον! Μάλιστα, ως ομολογιούχοι δανειστές της εταιρείας, έχουμε υποστεί τεράστια οικονομική ζημία, κατόπιν της μονομερούς απόφασης της εταιρείας να μην προβεί στην πληρωμή των κουπονιών των ομολόγων, χωρίς μάλιστα να έχει ακολουθηθεί η προβλεπόμενη διαδικασία έγκρισης από τη Γενική Συνέλευση των ομολογιούχων. Επιπλέον, εξακολουθεί να παραμένει άγνωστο σε εμάς το πότε και εάν η εταιρεία πρόκειται να προβεί σε περαιτέρω πληρωμές, γεγονός που εντείνει την ανασφάλειά μας. Συνεπώς, πλέον έχουμε βρεθεί στη δυσχερέστατη θέση να κατέχουμε εις χείρας μας, ομολογίες μηδενικής αξίας μιας κατάχρεης εταιρείας, η οποία εμφανίζεται να οφείλει πλέον δεδουλευμένες αποδοχές εργαζομένων και λοιπά ποσά προς τρίτους πιστωτές.
[…] Τα διοικούντα μέλη της εταιρείας, δια των ενεργειών, πράξεων και παραλείψεων με πρόθεση προέβαλαν και διέδωσαν τις ψευδείς οικονομικές καταστάσεις, ενώ μεθοδευμένα και αθέμιτα αποσιωπώντας τα αληθή γεγονότα που γνώριζαν, επιχείρησαν και αποκόμισαν παράνομο περιουσιακό όφελος προκαλώντας εις εμάς ανεπανόρθωτη ζημία” αναφέρεται.
Η Laserlock
«Αδιαμφισβήτητη απόδειξη της τελεσθείσας απάτης από την MLS», κατά το σκεπτικό της μήνυσης, συνιστούν και οι πλείστες, μακροχρόνιες συναλλαγές της με τη συνδεδεμένη εταιρεία «Laserlock», της οποίας βασικός μέτοχος, σε ποσοστό 30% είναι ο ιδρυτής της εταιρείας, ο οποίος διατελούσε Πρόεδρος, Διευθύνων Σύμβουλος και εκτελεστικό μέλος του ΔΣ, ενώ η κυπριακή εταιρεία Ticabo Investments ελέγχει το 41% της εταιρείας.
Η εταιρεία Laserlock με την οποία συναλλάσσεται κατά τα τελευταία χρόνια η MLS, “είναι εμφανώς οικογενειακή εταιρεία, καθώς πρόεδρος αυτής είναι η μητέρα της συζύγου (η οποία διατελούσε αντιπρόεδρος του ΔΣ) του Γιάννη Καματάκη και επιπλέον τη θέση της αντιπροέδρου καταλαμβάνει η αδερφή του. Αξίζει να σημειωθεί ότι τον Νοέμβριο του 2019 στην Laserlock ως διευθύνων σύμβουλος εξελέγη ο Γεώργιος Βακάρος, ενώ το ίδιο πρόσωπο μετέπειτα εξελέγη και ως διευθύνων Σύμβουλος από 11/12/2020 έως 12/04/2024 MLS σε αντικατάσταση του Νάρκισσου Γεωργιάδη.
Κατά τα έτη 2016 και 2017 τα έσοδα της Laserlock συνολικού ύψους άνω του 1 εκατ. ευρώ, προήλθαν σχεδόν αποκλειστικά από την MLS.
“Προφανώς, πρόκειται για αλλεπάλληλες εικονικές συναλλαγές μεταξύ της MLS και της Laserlock, που αμφότερες εξυπηρετούν συμφέροντα του Γ.Καματάκη, «ο οποίος με αυτήν την παράνομη τακτική του, επιχειρεί να προσπορίσει στον εαυτό του παράνομο οικονομικό όφελος εις βάρος ημών» αναφέρουν οι ομολογιούχοι.
Κατά το ίδιο σκεπτικό, ο κ. Καματάκης προέβη στη σύσταση της εταιρείας Laserlock, προκειμένου να είναι σε θέση να αποσπά μεγάλα χρηματικά ποσά από την MLS τα οποία μεταφέρονταν με νομιμοφανείς αιτίες στην Laserlock, ενώ στην πραγματικότητα το οικονομικό όφελος το καρπωνόταν ο κ. Καματάκης.
Το δάνειο από την CNL Capital
Εν μέσω όλων αυτών, η εταιρεία έλαβε δανειακή ενίσχυση από την CNL Capital Ανώνυμη Εταιρία Κεφαλαίου Επιχειρηματικών Συμμετοχών (ΕΚΕΣ). Αντικείμενο δραστηριότητας της ανωτέρω εταιρείας είναι ο ομολογιακός δανεισμός ελληνικών επιχειρήσεων, η χρηματοδότηση δηλαδή άλλων εταιρειών, μέσω ομολογιακών δανείων. Ως εκ τούτου και εν όψει έλλειψης ρευστότητας της MLS, η CNL Capital, επένδυσε σε ομολογιακό δάνειο που εξέδωσε η MLS στις 10/7/2019, αρχικού ποσού 1 εκατομμυρίου ευρώ, το οποίο είχε ανοιχτό υπόλοιπο την 31/12/2019, ποσού 825.000 ευρώ. Εν συνεχεία, πραγματοποιήθηκαν αποπληρωμές εντός του 2020, με αποτέλεσμα το Μάιο του 2020 το ανοιχτό υπόλοιπο του δανείου να ανέρχεται στο ποσό των 600.000 ευρώ, πλέον τόκων και εξόδων. Όπως προκύπτει, μάλιστα, από τις ετήσιες χρηματοοικονομικές καταστάσεις που δημοσίευσε η CNL Capital την 30/6/2020, το συμβατικό ποσοστό εξασφαλίσεων της ανέρχεται σε ποσοστό 130% ενώ προς εξασφάλιση αποπληρωμής εκχωρήθηκαν απαιτήσεις πελατών και ενεχυριάσθηκε λογαριασμός της εκδότριας εταιρείας, γεγονότα τα οποία είχαν ιδιαίτερη νομική υποχρέωση να γνωστοποιήσουν οι εγκαλούμενοι, ώστε να γνωρίζουμε την αληθή περιουσιακή διάρθρωση της εταιρείας MLS.
Τον Ιούνιο του 2020, η εταιρεία CNL Capital κατέθεσε αίτηση ασφαλιστικών μέτρων ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών κατά της εταιρείας MLS, με αντικείμενο την προσωρινή ρύθμιση κατάστασης, με αίτημα την έκδοση προσωρινής διαταγής, το οποίο έγινε δεκτό και ούτως εξασφαλίστηκε η CNL Capital, με συντηρητική κατάσχεση κάθε κινητής και ακίνητης περιουσίας της εταιρείας MLS.
Συνεπώς, όπως αναφέρουν στην μήνυσή τους οι ομολογιούχοι, η MLS όταν βρέθηκε σε έλλειψη ρευστότητας, κατέφυγε στους ανωτέρω τρόπους δανεισμού, «ενώ δολίως είχε αποκρύψει από εμάς τη δύσκολη θέση στην οποία είχε περιέλθει, την οποία εάν γνωστοποιούσε εγκαίρως, δε θα είχαμε υποστεί την περιουσιακή βλάβη μας, με πιθανότητα εγγίζουσα τη βεβαιότητα». Η εταιρεία MLS υπό τη διοίκηση των εγκαλουμένων, όφειλε να απευθύνει ανοιχτή πρόσκληση στο επενδυτικό της κοινό, προκειμένου να λάβει οικονομική ενίσχυση, ώστε να δώσει το πρώτον σε εμάς τους ήδη δανειστές της, τη δυνατότητα να εκδηλώσουμε ενδιαφέρον, με το ίδιο ποσοστό εξασφαλίσεων που κρυφίως χορήγησε στην εταιρεία CNL Capital, πράγμα το οποίο ουδέποτε έπραξε. Αντιθέτως, φρόντισε να αποσιωπήσει την έλλειψη ρευστότητας και έσπευσε να λάβει χρηματοδότηση από την εταιρεία CNL Capital, παρέχοντας μάλιστα σε αυτή αυξημένες εξασφαλίσεις, ενώ παράλληλα εμείς που είχαμε καταστεί σε πρότερο χρονικό σημείο ομολογιούχοι δανειστές της MLS, δεν είχαμε καμία εξασφάλιση από την εταιρεία!»
Στο σκοτάδι
Μέχρι σήμερα, οι ομολογιούχοι βρίσκονται στο σκοτάδι, καθώς δεν έχουν λάβει καμία ενημέρωση από τη διοίκηση της εταιρείας. Ενδεικτικά, η τελική έκθεση ελέγχου της Deloitte ουδέποτε μέχρι σήμερα έχει κοινοποιηθεί στους ομολογιούχους, ενώ η κατάρτιση των οικονομικών καταστάσεων του 2019 κατά παράβαση των υποχρεώσεων της εταιρείας, οι οποίες απορρέουν από την ομολογιακή σύμβαση, δεν έχει πραγματοποιηθεί.
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News