«Κοκκινίζουν» ρυθµίσεις – 120.000 κλήσεις από δανειολήπτες δέχονται κάθε µήνα οι servicers
Μπορεί οι ισολογισμοί των τραπεζών να καθάρισαν από τα κόκκινα δάνεια, με την αρωγή κρατικών εγγυήσεων 20 δισ. ευρώ, αλλά ακόμη τρία χρόνια μετά ο όγκος ληξιπρόθεσμων οφειλών εξακολουθεί να είναι ένα τεράστιο βάρος για την οικονομία, αλλά και μια ανοικτή πληγή στη ζωή χιλιάδων δανειοληπτών.
Από τα 86 δισ. κόκκινων δανείων μόλις 25,5 δισ. ευρώ έχουν ρυθμιστεί, κι αυτό από μόνο του θα αρκούσε για να αντιληφθεί κάποιος το μέγεθος του προβλήματος. Το θέμα ωστόσο δεν εξαντλείται εκεί, καθώς εκτός από την οικονομική οφειλή του καθενός από τους περίπου 1,5 εκατ. ληξιπρόθεσμους δανειολήπτες, έρχεται να προστεθεί πληθώρα άλλων προβλημάτων, όπως οι συνεχείς τηλεφωνικές οχλήσεις από τις εταιρείες διαχείρισης (servicers), η προσπάθεια διαπραγμάτευσης για ρύθμιση, η απόρριψη αιτημάτων χωρίς αιτιολογία, τα ερωτήματα που εκκρεμούν χωρίς απάντηση, τα τηλεφωνικά κέντρα που είναι μονίμως κατειλημμένα. Ολα αυτά συνιστούν την καθημερινότητα στη σχέση δανειοληπτών και εταιρειών διαχείρισης, που βρίσκεται το τελευταίο διάστημα στο «κόκκινο».
Η αύξηση των καταγγελιών από την πλευρά των οφειλετών για παράτυπες πρακτικές οδήγησε τη Γενική Γραμματεία Καταναλωτή την περασμένη εβδομάδα στην επιβολή προστίμων ύψους 670.000 ευρώ σε δύο εταιρείες διαχείρισης, που σύμφωνα με τη ΓΓΚ έκαναν επαναλαμβανόμενες οχλήσεις για ενημέρωση οφειλετών περί ύπαρξης ληξιπρόθεσμων οφειλών, οι οποίες ενώ είχαν υποβληθεί σε ρύθμιση και τηρούνταν, δεν είχε προηγηθεί η απαιτούμενη εκ μέρους της εταιρείας επιβεβαίωσή τους.
Σύμφωνα με τον αρμόδιο γενικό γραμματέα Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή, Σωτήρη Αναγνωστόπουλο, παρόμοιες καταγγελίες από οφειλέτες έχουν αυξηθεί τους τελευταίους μήνες, οδηγώντας σε περίπου 15 καταγγελίες την ημέρα.
H πλειονότητα αυτών αφορά περιπτώσεις, που ενώ οι δανειολήπτες έχουν ρυθμίσει και πληρώνουν τη δόση της οφειλής τους, οι εταιρείες διαχείρισης το αμφισβητούν και ζητούν ποσά που δεν θα έπρεπε. Παρόμοια εικόνα προκύπτει και από στοιχεία της ΤτΕ, βάσει των οποίων οι καταγγελίες κατά το 9μηνο του 2023 έχουν αυξηθεί κατά 83% σε σχέση με το 2022, οδηγώντας σε συνολικά πρόστιμα της τάξης των 247.000 ευρώ, τα οποία όμως αφορούν κυρίως εποπτικά ζητήματα και όχι την τήρηση της νομοθεσίας περί καταναλωτή. Οπως εξηγεί ο κ. Αναγνωστόπουλος, οι καταγγελίες που καταφθάνουν στη Γενική Γραμματεία ελέγχονται και τελικά ένα μικρό ποσοστό της τάξης του 10% στοιχειoθετείται ως βάσιμο, αλλά μπροστά στον όγκο των δανείων που διαχειρίζονται οι servicers το ποσοστό αυτό δεν είναι ευκαταφρόνητο και συνιστά σημαντικό πρόβλημα για την καθημερινή ζωή δεκάδων χιλιάδων οφειλετών.
Τον προβληματικό τρόπο με τον οποίο έγινε η μεταφορά ενός σημαντικού αριθμού από τα 2,5 εκατ. δάνεια (αντιστοιχούν σε 1,5 εκατ. οφειλέτες) από τις τράπεζες στις εταιρείες διαχείρισης, επιβεβαιώνουν και τα ίδια τα στοιχεία της Ενωσης των Εταιρειών Διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις, βάσει των οποίων ο μέσος όρος των κλήσεων που δέχονται οι εταιρείες του κλάδου από δανειολήπτες ανέρχεται σε 120.000 τον μήνα, ανεβάζοντας το σύνολο των κλήσεων που έχουν δεχθεί το 10μηνο Ιανουαρίου – Οκτωβρίου κοντά στο 1,3 εκατ. Αντιστοίχως, ο μέσος όρος των παραπόνων που υποβάλλονται κάθε μήνα στις εταιρείες προσεγγίζει τις 27.000, ανεβάζοντας το σύνολο των παραπόνων κατά το 10μηνο του 2023 πάνω από τις 260.000.
Το γεγονός μάλιστα, όπως οι ίδιοι οι εκπρόσωποι των εταιρειών διαχείρισης παραδέχονται, ότι η υπηρεσία που παρέχουν έχει να κάνει με την προστασία της ακίνητης περιουσίας και του σπιτιού ενός νοικοκυριού ή ενός επαγγελματία, τους καθιστά διπλά υπεύθυνους για την ταχεία επίλυση των προβλημάτων. Μιλώντας στη Βουλή κατά την πρόσφατη συζήτηση του νόμου για τις νέες υποχρεώσεις που επιβάλλονται στους servicers και τις βελτιώσεις στον εξωδικαστικό μηχανισμό, οι εκπρόσωποι των εταιρειών υπεραμύνθηκαν της προσπάθειάς τους να διαχειριστούν τον μεγάλο όγκο των κλήσεων και των έγγραφων αιτημάτων που λαμβάνουν κάθε μήνα και σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασαν, ο βαθμός ανταπόκρισης έχει βελτιωθεί από το 70% δύο χρόνια πριν στο 90% στο τέλος Οκτωβρίου. Αυτό σημαίνει ότι το 90% των τηλεφωνημάτων εξυπηρετείται την ίδια ημέρα, ενώ το υπόλοιπο 10% εντός ενός 10ημέρου και στόχος, όπως υποστήριξαν, είναι το ποσοστό αυτό να βελτιωθεί στο 95%.
Παρ’ όλα αυτά, ο υψηλός βαθμός άμεσης ανταπόκρισης δεν σημαίνει ότι το πρόβλημα επιλύεται, αφού στην πλειονότητα των περιπτώσεων ο δανειολήπτης καλείται να επικοινωνήσει μία, δύο ή πολύ περισσότερες φορές μέχρι να βρει λύση στο πρόβλημά του, το οποίο δεν έχει να κάνει με τη συμφωνία ρύθμισης για το δάνειο ενός οφειλέτη – κάτι που εξ ορισμού θεωρείται δύσκολο, λαμβάνοντας υπόψη ότι πρόκειται για κόκκινα δάνεια. Πολλές φορές το πρόβλημα έχει να κάνει με μια απλή βεβαίωση ή ακόμη και την αποδοχή ότι ο οφειλέτης έχει πράγματι πληρώσει τη δόση του δανείου του, αφού δεκάδες είναι τα παράπονα για το ότι ενώ η δόση καταβλήθηκε, το σύστημα δεν τη «βλέπει».
Από την πλευρά των εταιρειών διαχείρισης, οι εκπρόσωποι του κλάδου επικεντρώνουν την επιχειρηματολογία τους στα προβλήματα που προκύπτουν κυρίως από τον νόμο 3869, γνωστό ως νόμο Κατσέλη και την αρρυθμία που υπάρχει από την έκδοση έως και τη δημοσίευση των δικαστικών αποφάσεων. Πρόκειται, όπως σημειώνουν, για 25.000-30.000 αποφάσεις, οι οποίες για να εντοπιστούν θα πρέπει κάποιος δικηγόρος να πάει στα αρμόδια ειρηνοδικεία να τις αναζητήσει, προκειμένου στη συνέχεια αυτές να μπουν στα συστήματα των εταιρειών, με αποτέλεσμα ο χρόνος που μεσολαβεί για να ολοκληρωθεί αυτή η διαδικασία να είναι μακρύς και οι σχετικές ρυθμίσεις να μην είναι άμεσα διαθέσιμες από τις εταιρείες.
Δεν είναι ωστόσο και λίγες οι περιπτώσεις που οι εταιρείες υποστηρίζουν ότι πίσω από καταγγελίες κρύβονται γνωστοί στρατηγικοί κακοπληρωτές, που αρνούνται συστηματικά και επί χρόνια να ρυθμίσουν τις οφειλές τους, έχοντας προηγουμένως μεταβιβάσει την ακίνητη περιουσία τους σε συγγενείς πρώτου βαθμού, προκειμένου να αποφύγουν τα βάρη που έχουν δημιουργήσει.
«Κοκκίνισε» ξανά το 24% των ρυθμίσεων οφειλών
Η προβληματική σχέση μεταξύ δανειοληπτών και εταιρειών διαχείρισης δεν εξαντλείται στον τρόπο επικοινωνίας τους. Αφορά επίσης και τις ρυθμίσεις των οφειλών που διαχειρίζονται, αφού σύμφωνα με στοιχεία της ενωσης των εταιρειών διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις, από το σύνολο των 86 δισ. ευρώ, οι ρυθμίσεις που έχουν γίνει μέχρι σήμερα αφορούν 25,5 δισ. ευρώ και από αυτά οι ρυθμίσεις που τηρούνται δεν ξεπερνούν τα 19 δισ. ευρώ.
Την εικόνα αυτή επιβεβαιώνουν τα στοιχεία της ΤτΕ με βάση τα οποία οι ρυθμίσεις που έχουν πραγματοποιηθεί αφορούν το 27,6% του συνολικού υπό διαχείριση χαρτοφυλακίου που έχουν αναλάβει οι servicers για λογαριασμό των funds που έχουν αγοράσει τα δάνεια αυτά είτε μέσω τιτλοποιήσεων είτε μέσω απευθείας πωλήσεων χαρτοφυλακίων. Να σημειωθεί ότι τα δάνεια αυτά αντιπροσωπεύουν το 79% των υπό διαχείριση δανείων από τους servicers, καθώς άλλο ένα 21% αφορά δάνεια που είναι ακόμη στους ισολογισμούς των τραπεζών και έχουν ανατεθεί προς διαχείριση στους servicers.
Ο προβληματικός χαρακτήρας των ρυθμίσεων αποδίδεται σε μεγάλο βαθμό στην κακή ποιότητα αυτών των δανείων, που είναι σε ποσοστό 91% μη εξυπηρετούμενα. Από αυτά το 73,9% είναι καταγγελμένες συμβάσεις και οι οποίες χρονίζουν ως προς την αδυναμία εξεύρεσης λύσης. Ενα ποσοστό 18,7% αφορά δάνεια που είναι σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών και το 7,3% δάνεια που χαρακτηρίζονται ως αβέβαιης είσπραξης, δηλαδή που ενέχουν μεγάλη πιθανότητα αθέτησης. Σημαντική αδυναμία των αναποτελεσματικών ρυθμίσεων αποτελεί η μη αξιοποίηση της δυνατότητας αναχρηματοδότησης, που προβλεπόταν μέχρι σήμερα από το υφιστάμενο θεσμικό καθεστώς, αλλά χωρίς να υπάρχει η αναγκαία ευελιξία για την είσοδο στην αγορά επενδυτικών σχημάτων που θα μπορούσαν να κάνουν αναχρηματοδότηση υφιστάμενων οφειλών. Το καθεστώς αυτό αναμένεται να ενισχυθεί μέσα από το περαιτέρω άνοιγμα της αγοράς στις εταιρείες πιστώσεων.
Οπως παρατηρεί η ΤτΕ στην εκθεση χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, δεν υπήρξε σημαντική μείωση των υπό διαχείριση δανείων καθώς οι καθαρές εκροές ήταν πολύ μικρές και οι αποπληρωμές, ρευστοποιήσεις εξασφαλίσεων και διαγραφές ανοιγμάτων που διαχειρίζονται οι εταιρείες διαχείρισης για λογαριασμό των funds διαμορφώθηκαν σε 1,46 δισ. Συγκεκριμένα, οι αποπληρωμές οφειλών ανήλθαν σε 820 εκατ. ευρώ, οι ρευστοποιήσεις υφιστάμενων εξασφαλίσεων σε 390 εκατ. και οι διαγραφές οφειλών σε 250 εκατ.
Σύμφωνα με τα funds, το μεγαλύτερο ποσοστό των ρυθμισμένων δανείων αφορά λύσεις οριστικής διευθέτησης (45%) και ακολουθούν οι μακροπρόθεσμες (44,6%) καθώς και οι βραχυπρόθεσμες ρυθμίσεις (10,4%). Στα τέλη Ιουνίου το υπόλοιπο των ρυθμισμένων οφειλών στα οποία έχουν εφαρμοστεί λύσεις οριστικής διευθέτησης ανήλθε σε 8,5 δισ., ενώ τα αντίστοιχα υπόλοιπα για τις βραχυπρόθεσμες ρυθμίσεις ήταν 1,97 δισ. και για τις μακροπρόθεσμες ρυθμίσεις 8,46 δισ. Το μεγαλύτερο ποσοστό (41%) των βραχυπρόθεσμων ρυθμίσεων αφορά λύσεις κεφαλαιοποίησης ληξιπρόθεσμων οφειλών, ενώ πιο συνήθεις τύποι μακροπρόθεσμων ρυθμίσεων είναι η μερική διαγραφή οφειλής, ο διαχωρισμός οφειλής και η παράταση της διάρκειας, με ποσοστό 41%, 25% και 22% αντίστοιχα. Σε ό,τι αφορά τις λύσεις οριστικής διευθέτησης, οι πιο συνήθεις τύποι ρυθμίσεων είναι λύσεις που υπόκεινται σε καθεστώς νομικής προστασίας, όπως ο νόμος Κατσέλη (αφορά το 60% του συνόλου) και οι λύσεις διακανονισμού απαιτήσεων (αφορά το 24% του συνόλου).
Διαβάστε επίσης:
Εξωδικαστικός: Αναστολή πλειστηριασµού µε καταβολή του 10% του χρέους
Κόκκινα δάνεια: Αυστηρότερος ο «Ηρακλής 3» – Τι σημαίνει για τις τράπεζες
Ρεκόρ στις νέες αιτήσεις στον εξωδικαστικό – Ρυθμίστηκαν οφειλές 4,1 δισ.
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News