Ποιες επιχειρήσεις έδειξαν ισχυρά αντανακλαστικά στη διάρκεια της πανδημίας
Ανθεκτικότητα και γρήγορα αντανακλαστικά επέδειξε ο ιδιωτικός, αλλά και ο δημόσιος τομέας στην Ελλάδα στη διάρκεια της πανδημίας, όπως προκύπτει από μελέτη της της PwC Ελλάδας με τίτλο «Οι επιπτώσεις της πανδημίας στις ελληνικές επιχειρήσεις». Όπως προκύπτει από τη μελέτη, που εστιάζει στον αντίκτυπο της πανδημίας στις εισηγμένες επιχειρήσεις, σε αντίθεση με την χρηματοοικονομική κρίση, οι ελληνικές εταιρείες επέδειξαν μεγαλύτερη ετοιμότητα στις νέες συνθήκες που προκάλεσε η υγειονομική κρίση. Ενδεικτικό είναι ότι σε συγκεκριμένους κλάδους υπήρξαν επιχειρήσεις που αύξησαν τον κύκλο εργασιών τους εν μέσω κρίσης.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την PwC oι εισηγμένες επιχειρήσεις εκμεταλλεύτηκαν την δυνατότητα που τους δόθηκε για άντληση επιπλέον ρευστότητας μέσω αύξησης του δανεισμού τόσο για την αντιμετώπιση των αρνητικών επιπτώσεων από την αναγκαστική παύση δραστηριότητας όσο και για την δημιουργία επάρκειας σε επίπεδο ταμειακών διαθέσιμων, ως δικλείδα ασφαλείας στο πλαίσιο ενός έντονα αβέβαιου περιβάλλοντος. Έτσι, σε σχέση με το πρώτο εξάμηνο του 2019, το 2020 ο συνολικός δανεισμός των εισηγμένων εταιρειών αυξήθηκε κατά 1,8 δισ. ευρώ (6%), ενώ τα ταμειακά διαθέσιμα σημείωσαν συνολική αύξηση κατά 0,9 δισ. (9%). Επιπλέον, οι εισηγμένες εταιρείες αξιοποίησαν τα προγράμματα που προωθήθηκαν από το κράτος συγκρατώντας έτσι τα έξοδα τους.
Όπως παρατηρεί ο Μάριος Ψάλτης, CEO της PwC Ελλάδας «αν αξιολογούσαμε την κατάσταση τον Μάρτιο του 2020 βάσει των χαρακτηριστικών της ελληνικής οικονομίας αλλά και των επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης, θα προβλέπαμε ένα πολύ δυσοίωνο μέλλον» καθώς «η μεγάλη εξάρτηση από τους τομείς του τουρισμού και της εστίασης οι οποίοι και επλήγησαν άμεσα σε συνδυασμό με τον χαμηλό βαθμό ψηφιοποίησης καθιστούσε τη χώρα πολύ ευάλωτη». Ωστόσο, όπως σημειώνει ο κ. Ψάλτης κατά το ξέσπασμα της πανδημίας, το κράτος, ο δημόσιος και ο ιδιωτικός τομέας της χώρας επέδειξαν ανθεκτικότητα και γρήγορα αντανακλαστικά. «Μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα είδαμε την ψηφιοποίηση και τον εκσυγχρονισμό του κράτους καθώς και την προσαρμογή των εταιρειών στις νέες συνθήκες μέσω της υιοθέτησης νέων ψηφιακών λύσεων όπως είναι η τηλεργασία και το ηλεκτρονικό εμπόριο» εξηγεί.
Όπως επισημαίνει ο ίδιος, πέραν των γρήγορων αντανακλαστικών, αυτή τη φορά η χώρα ξεκινούσε από διαφορετική βάση στην προσπάθεια αντιμετώπισης της κρίσης. «Κατά τη χρηματοοικονομικη κρίση, η Ελλάδα είχε χάσει την πρόσβαση της στις αγορές λόγω έλλειψης εμπιστοσύνης ενώ η ανάγκη γρήγορης δημοσιονομικής προσαρμογής στερούσε τη ρευστότητα από την οικονομία. Αντίθετα, τώρα, η χώρα έχει ανακτήσει πλήρως την εμπιστοσύνη των αγορών και των εταίρων μας στην Ε.Ε. με αποτέλεσμα οι υφιστάμενες πρόσθετες δημοσιονομικές ανάγκες να χρηματοδοτούνται μέσω του δανεισμού με χαμηλά επιτόκια και από ευρωπαϊκά προγράμματα» αναφέρει. Ταυτόχρονα, συνεχίζει ο CEO της PwC Ελλάδας, το αυστηρό πλαίσιο της ευρωπαϊκής εποπτείας της ελληνικής οικονομίας έχει χαλαρώσει, επιτρέποντας για το τρέχον έτος την απόκλιση από τους στόχους των υψηλών πλεονασμάτων που είχαν τεθεί.
Η συρρίκνωση του κύκλου εργασιών και η αντιστροφή του κλίματος λόγω του εμβολίου
Βάσει του δείγματος της μελέτης, κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους η συνολική χρηματιστηριακή αξία των εισηγμένων κατέρρευσε κατά 13 δισ. ευρώ (-28%). Ωστόσο η ανακοίνωση των θετικών ειδήσεων σχετικά με τον εμβολιασμό συνέβαλε σε ανάκαμψη η οποία συνέβαλε σε αύξηση της τάξης του 13% έως τα τέλη Νοεμβρίου.
Όπως ήταν αναμενόμενο, ο αναγκαστικός περιορισμός των μετακινήσεων και της λειτουργίας ενός σημαντικού αριθμού επιχειρήσεων οδήγησε στην πτώση του κύκλου εργασιών των εισηγμένων κατά 21,4% σε μέσο όρο, το πρώτο εξάμηνο του έτους με αντίστοιχη αρνητική επίπτωση στη κερδοφορία.
Οι εταιρείες με τις μεγαλύτερες απώλειες
Μια πιο αναλυτική μελέτη της επίπτωσης στο κύκλο εργασιών οδηγεί στο συμπέρασμα ότι υπήρξαν εταιρείες που παρουσίασαν σημαντική μείωση στο κύκλο εργασιών τους ενώ άλλες είχαν οριακή επίπτωση ή ακόμα και αύξηση. Από τις εισηγμένες που είχαν μείωση και οι οποίες αντιστοιχούν σε 67% του συνολικού δείγματος, διαπιστώνεται ότι οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στους κλάδους που επηρεάστηκαν περισσότερο, δηλαδή Aegean, Ελληνικά Πετρέλαια, Μοτορ Όιλ, ΟΠΑΠ, παρουσίασαν μεγαλύτερη πτώση από το μέσο όρο ενώ οι υπόλοιπες κινήθηκαν κοντά στο μέσο όρο της αγοράς.
Οι κλάδοι που εμειναν αλώβητοι
Οι κλάδοι που παράγουν προϊόντα ανελαστικής ζήτησης ή εμπορεύονται προϊόντα που καλύπτουν βιοτικές ανάγκες παρέμειναν οριακά ανεπηρέαστοι από την πανδημία. Στην ίδια κατεύθυνση κινήθηκαν και οι υποδομές που κατάφεραν και αύξησαν τα μεγέθη τους, καθώς τα αγαθά και οι υπηρεσίες που παράγουν επηρεάζουν άμεσα την καθημερινότητα και τη λειτουργία της οικονομίας (ενέργεια, ύδρευση, τηλεπικοινωνίες).
Ποιες εταιρείες αύξησαν τον κύκλο εργασιών τους εν μέσω της κρίσης
Αξιοσημείωτο είναι ότι, σε συγκεκριμένους κλάδους υπήρξαν επιχειρήσεις του δείγματος που αύξησαν τον κύκλο εργασιών τους εν μέσω κρίσης, γεγονός που αποδίδεται σε δύο κύριους παράγοντες:
⦁ Ο ένας σχετίζεται με την αύξηση της ζήτησης λόγω των χαρακτηριστικών των προϊόντων που ήδη παρήγαγαν ή εμπορεύονταν (π.χ. τρόφιμα, προϊόντα τεχνολογίας ή φάρμακα).
⦁ Ο δεύτερος αφορά συγκεκριμένες περιπτώσεις εταιρειών που επέδειξαν γρήγορη προσαρμοστικότητα στις νέες ανάγκες που δημιούργησε η πανδημία, επιτυγχάνοντας τον μετασχηματισμό των γραμμών παραγωγής τους για τη διάθεση στην αγορά υγειονομικού υλικού, όπως μάσκες και αντισηπτικά. Ανάλογη αντίδραση είχαν και αρκετές επιχειρήσεις κυρίως στον κλάδο του εμπορίου που παρά τις αναστολές λειτουργίας των φυσικών καταστημάτων, επέδειξαν ευελιξία συνεχίζοντας τη λειτουργία τους μέσω των ηλεκτρονικών καταστημάτων και διασώζοντας σε σημαντικό βαθμό τα μεγέθη του κλάδου.
Οι προκλήσεις
Σχολιάζοντας τα συμπεράσματα της μελέτης ο Κυριάκος Ανδρέου, Αdvisory Leader της PwC Ελλάδας σημείωσε πως «η καλύτερη της αναμενόμενης πορεία που ακολούθησε η ελληνική οικονομία και η πρόοδος που επιτεύχθηκε σε ιδιαίτερα αντίξοες συνθήκες ισχυροποιεί την εμπιστοσύνη στις προοπτικές της χώρας και ενισχύει την εικόνα της διεθνώς». Ο ίδιος επισήμανε πάντως πως «μπροστά μας έχουμε μια σειρά προκλήσεων με τη διατήρηση της εμπιστοσύνης να αποτελεί την πλέον κρίσιμη».
Ειδικότερα, για την διαμόρφωση της επόμενης μέρας η μελέτη εντοπίζει μια σειρά από προκλήσεις. Πέραν από την επιτακτική ανάγκη για διατήρηση των συνθηκών που διασφαλίζουν την πρόσβαση στις αγορές και την ομαλή δημοσιονομική προσαρμογή στους προ-υγειονομικής κρίσης στόχους, οι μελλοντικές προκλήσεις σχετίζονται σε μεγάλο βαθμό με την προσπάθεια προσέλκυσης ξένων επενδύσεων και την αποτελεσματική απορρόφηση του Ταμείου Ανάκαμψης. Η μέγιστη δυνατή απορρόφηση των πόρων του Ταμείου μέσω της ένταξης στρατηγικών έργων υποδομής αλλά και ψηφιακού μετασχηματισμού του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα αποτελεί ίσως τη μεγαλύτερη πρόκληση.
Παράλληλα, σύμφωνα με την PwC η χώρα χρειάζεται να εντατικοποιήσει την προσπάθεια εφαρμογής των απαιτούμενων μεταρρυθμίσεων και του μετασχηματισμού του παραγωγικού μοντέλου της οικονομίας, μεγιστοποιώντας έτσι τη δυνατότητα προσέλκυσης νέων εμβληματικών επενδύσεων.
Επίσης, σημαντικό στοίχημα είναι η αποτελεσματική μετάβαση σε ένα μοντέλο πιο φιλικό προς το περιβάλλον που δίνει έμφαση στην χρήση καθαρότερων μορφών ενέργειας και αποσυνδέεται από τον λιγνίτη. Ο σχεδιασμός της μετάβασης αυτής χρειάζεται να λάβει υπόψη του τον κίνδυνο απώλειας θέσεων εργασίας και να περιλαμβάνει δραστικά μέτρα για την υποκατάσταση των χαμένων θέσεων μέσω της αναβάθμισης δεξιοτήτων και της δημιουργίας νέων προοπτικών.
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News