EKT: Πέρασε τον «Ρουβίκωνα του πόνου» – Προειδοποίηση για «δύσκολες εποχές»
Η προοπτική ότι οι επιτοκιακές αυξήσεις ενδεχομένως να έχουν φθάσει στο τέλος τους ελάχιστα μπορεί να «απαλύνει την πληγή», καθώς η ΕΚΤ «σφίγγει ξανά τις στρόφιγγες» σε μία οικονομία που παραπαίει.
Η σημερινή 10η διαδοχική αύξηση των επιτοκίων σηματοδοτεί τη μετάβαση σε νέα εδάφη για τους διαμορφωτές πολιτικής υπό την καθοδήγηση της προέδρου Κριστίν Λαγκάρντ, καθώς η αισθητή διστακτικότητά τους υποδηλώνει ότι έχουν συνειδητοποιήσει ότι αυτή τη στιγμή προκαλούν πόνο για να θέσουν υπό έλεγχο τον πληθωρισμό.
Η απόφαση της ΕΚΤ να οδηγήσει το βασικό επιτόκιο καταθέσεων στο 4% συνοδεύεται με την φρούδα ελπίδα να επαναφέρει τον πληθωρισμό στο στόχο του 2% το 2025.
Ωστόσο, το βραχυπρόθεσμο μήνυμα που συνόδευε το ανακοινωθέν είναι πολύ πιο δυσοίωνο, καθώς η Λαγκάρντ παραδέχθκε ότι η ανάπτυξη θα είναι «πολύ, πολύ εξασθενημένη» και οι νέες προβλέψεις της ΕΚΤ αναγνωρίζουν ότι η οικονομία μπορεί να βρίσκεται ήδη στο χείλος της συρρίκνωσης.
Ο κίνδυνος για την ΕΚΤ είναι ότι οι κεκλεισμένων θυρών προειδοποιήσεις από τα «περιστέρια», τους διαμορφωτές νομισματικής πολιτικής δηλ. με ήπιες θέσεις, ότι η αύξηση αυτή των επιτοκίων ήταν υπερβολική για να αποδειχθεί σωστή, διακινδυνεύοντας την αξιοπιστία της ίδιας της ΕΚΤ καθώς θα μπορούσε να σύρει την οικονομία σε ύφεση. Την ίδια στιγμή, οι χρηματοοικονομικές αγορές στοιχηματίζουν σε αλλαγή πλεύσης σύντομα, ακόμη και τον επόμενο Ιούνιο.
«Αυτή η αύξηση δεν είναι δικαιολογημένη. Φοβάμαι ότι η ΕΚΤ εξακολουθεί να υποεκτιμά την οικονομική επιβράδυνση. Η ΕΚΤ είναι υπερβολικά αισιόδοξη για την ανάπτυξη», αναφέρει ο Χόλγκερ Σκμίντινγκ, επικεφαλής οικονομολόγος της Berenberg.
Οι αξιωματούχοι, με βάση δικά τους λόγια, υποβάθμισαν σημαντικά τις προβλέψεις για την ανάπτυξη, με τις ετήσιες εκτιμήσεις να είναι αναθεωρημενες πτωτικά έως και το 2025. Οι προβλέψεις τους κάνουν λόγο για στασιμότητα προτού παρουσιάσει ανάπτυξη μόλις 0,1% στο τελευταίο τρίμηνο του έτους.
«Τώρα είναι η δύσκολη συγκυρία», ανέφερε η Λαγκάρντ, εξηγώντας ότι χρειάστηκε περαιτέρω σύσφιγξη «όχι επειδή θέλουμε να οδηγήσουμε σε ύφεση, αλλά θέλουμε σταθερότητα των τιμών».
Αυτού του είδους όμως οι δηλώσεις δεν ακούγονται καλά σε χώρες όπως η Ιταλία, η οποία βιώνει τον αντίκτυπο των υψηλότερων επιτοκίων και βρέθηκε πρόσφατα σε συρρίκνωση.
«Αυτή η νέα απόφαση – που ελήφθη από την πλειοψηφία, αλλά δεν έγινε δεκτή από ορισμένους – δεν θα βοηθήσει στην ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας», ανέφερε ο υπουργός Βιομηχανίας της Ιταλίας Αντόλφο Ούρσο. «Η Γερμανία βρίσκεται ήδη σε ύφεση και μαζί της και άλλες χώρες που συνδέονται με το γερμανικό σύστημα, όπως η Ολλανδία».
Το πρόβλημα για τους διαμορφωτές πολιτικής είναι ότι ο πληθωρισμός αναμένεται να παραμείνει σε «υπερβολικά υψηλό επίπεδο για υπερβολικά μεγάλο χρονικό διάστημα». Υπό αυτό το πρίσμα, ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ, Φίλιπ Πρετ, χαρακτήρισε δικαιολογημένη την αύξηση των 25 μονάδων βάσης.
«Η ΕΚΤ βρίσκεται σε πολύ δύσκολη θέση επειδή έχεις στασιμοπληθωριστικές πιέσεις, καθόλου ή ελάχιστη ανάπτυξη και υψηλό πληθωρισμό», είπε στην τηλεόραση του Bloomberg.
Ίσως αυτή η επιτοκιακή αύξηση να είναι η τελευταία επίδειξη ισχύος των «γερακιών» και η πρόσφατη άνοδος της τιμή αργού πάνω από τα 90 δολάρια το βαρέλι ενδεχομένως να αποκαταστήσει την ισορροπία, σύμφωνα με το Bloomberg. Η προοπτική μίας ακόμη αύξησης προς το τέλος του έτους παραμένει τεχνικά στο τραπέζι, όμως δεν πρόκειται να επιβιώσει για πολύ.
Με την προσφορά χρήματος να έχει συρρικνωθεί, οι κίνδυνοι τώρα είναι ότι η ΕΚΤ εγκλωβίστηκε σε μία παγίδα στασιμοπληθωρισμού. Οι μνήμες του 2011 είναι ακόμη ζωντανές, όταν ο τότε πρόεδρος Ζαν-Κλοντ Τρισέ αύξησε τα επιτόκια δύο φορές, αγνοώντας τις επιπτώσεις από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση οδηγώνας σε βαθιά ύφεση την οικονομία της Ευρωζώνης.
moneyreview.gr με πληροφορίες από Bloomberg
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News