Μονόδρομος η δημοσιονομική πειθαρχία – «Οχι» από Στουρνάρα σε εφησυχασμό
Στο 2,3% του ΑΕΠ τοποθετεί ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας τον πήχυ για το απαιτούμενο πρωτογενές πλεόνασμα του 2024, προκειμένου να σφραγισθεί η επιστροφή της χώρας στο ενάρετο δημοσιονομικό μονοπάτι, με συνέχιση της καθοδικής πορείας του χρέους.
Όπως σημειώνει ρεπορτάζ της Καθημερινής, η κυβερνητική πρόβλεψη στο Πρόγραμμα Σταθερότητας δεν απέχει πολύ: θέτει ως στόχο το 2,1% του ΑΕΠ το 2024, 2,3% του ΑΕΠ το 2025 και 2,5% του ΑΕΠ το 2026. Ακόμη, όμως, απέχουμε πολύ από το σημείο αυτό. Για την ακρίβεια, το πρωτογενές αποτέλεσμα πρέπει σχεδόν να τριπλασιαστεί από 0,7% έως 1% του ΑΕΠ, που υπολογίζεται να φτάσει φέτος έως το 2,1%2,3% το 2024. Αυτό εξηγεί γιατί στην κυβέρνηση προσγειώνουν τις προσδοκίες για μεγάλο πακέτο παροχών στη φετινή ΔΕΘ.
Το πρόγραμμα των φοροελαφρύνσεων βαίνει στο τέλος του, σημειώνουν. Τώρα είναι η ώρα για παρεμβάσεις στην υγεία, την παιδεία, τη δημόσια διοίκηση, καθώς και για τόνωση της αναπτυξιακής πολιτικής. Αλλωστε, μόλις ψηφίσθηκε ο νόμος για την αύξηση των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων, την αύξηση του αφορολογήτου για τις οικογένειες με παιδιά και άλλες προεκλογικές υποσχέσεις, κόστους 4,4 δισ. ευρώ την τετραετία.
Η ανάλυση βιωσιμότητας χρέους που δημοσίευσε τον περασμένο Μάιο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, βασίζεται σε παραδοχή για συνεχή διαρθρωτικά πρωτογενή πλεονάσματα 2,1% του ΑΕΠ, ώστε το χρέος να υποχωρεί σταδιακά (φτάνοντας το 126,1% του ΑΕΠ το 2033), όπως απαιτείται. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της Τράπεζας της Ελλάδος, για το 2024 αυτό σημαίνει πρωτογενές πλεόνασμα 2,3% του ΑΕΠ, σε μη κυκλικά προσαρμοσμένη βάση, καθώς η χώρα δεν έχει πλέον παραγωγικό κενό και η ζήτηση ξεπερνάει τις παραγωγικές της δυνατότητες.
Ενόψει της ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας, ο κ. Στουρνάρας διαμηνύει σε συνομιλητές του ότι κάθε άλλο παρά εφησυχασμός δικαιολογείται, όπως προκύπτει άλλωστε και από την προσεκτική ανάγνωση των αναλύσεων των οίκων αξιολόγησης. Χαρακτηριστικά, ο κ. Ντένις Σεν, επικεφαλής αναλυτής για την Ελλάδα της Scope, που αναβάθμισε στις αρχές του μήνα τη χώρα σε επενδυτική βαθμίδα, εξέφρασε την περασμένη εβδομάδα, μιλώντας στην «Κ», ανησυχία για το ενδεχόμενο επιστροφής σε πιο χαλαρή δημοσιονομική πολιτική, ενώ σε άλλη τοποθέτησή του για την πιθανότητα να επαναληφθούν λάθη του παρελθόντος σημείωσε ότι «η ιστορία τείνει να επαναλαμβάνεται». Κάτι τέτοιο θα το πλήρωνε ακριβά η χώρα σε όρους κόστους δανεισμού από τις αγορές, στις οποίες όλο και περισσότερο θα καταφεύγει στο εξής.
Οπως σημειώνει ο κεντρικός τραπεζίτης σε συνομιλητές του, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Ελλάδα δεν έχει φτάσει ακόμη τον στόχο των πρωτογενών πλεονασμάτων που απαιτεί η βιωσιμότητα του χρέους. Πρέπει να αποδείξει στους εταίρους της και στις αγορές ότι μπορεί να τον φτάσει και να τον διατηρήσει.
Η πίεση για επιστροφή στη δημοσιονομική πειθαρχία θα γίνει σαφέστερη και εντονότερη από τον προσεχή μήνα, καθώς θα επαναληφθούν οι διαπραγματεύσεις για το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας, στο περιθώριο του άτυπου Eurogroup της ισπανικής προεδρίας στις 15 Σεπτεμβρίου, στο Σαντιάγο ντε Κομποστέλα. Εκεί, η Γερμανία αναμένεται να επανέλθει με απαιτήσεις για αυστηρότερους κανόνες αριθμητικής μείωσης του χρέους, έναντι των μεσοπρόθεσμων πλαισίων συμφωνιών με τα κράτη-μέλη, που εισηγείται η Κομισιόν. Η Επιτροπή έχει διαμηνύσει ήδη στις συστάσεις της προς την Ελλάδα –και όχι μόνο– ότι τα μέτρα στήριξης πρέπει να καταργηθούν έως το τέλος του χρόνου και αν υπάρξει ανάγκη να επαναληφθούν με στοχευμένο τρόπο, μόνο σε ευάλωτα τμήματα του πληθυσμού.
Επιπλέον, με βάση τους νέους –υπό διαπραγμάτευση– κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας, πιθανότατα δεν θα υπάρχει το περιθώριο να χρησιμοποιεί η κυβέρνηση κατά βούληση τον όποιο δημοσιονομικό χώρο προκύψει, λόγω ευνοϊκής συγκυρίας. Αυτός θα αξιοποιείται βασικά για τη μείωση του χρέους.
Προς το παρόν, πάντως, στο υπουργείο Οικονομικών διαβεβαιώνουν ότι δεν υπάρχει καν επιπλέον δημοσιονομικός χώρος για φέτος, παρά την υπεραπόδοση των εσόδων που κατέγραψαν τα στοιχεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού το 7μηνο Ιανουαρίου – Ιουλίου. Βρισκόμαστε ακριβώς στην πρόβλεψη του Προγράμματος Σταθερότητας, σημειώνουν, μετά και την ψήφιση του συμπληρωματικού προϋπολογισμού 700 εκατ. ευρώ.
Από το 2024, εξάλλου, με βάση τις προτάσεις της για το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας, η Επιτροπή θα ελέγχει πλέον όχι το πρωτογενές πλεόνασμα, αλλά την αύξηση των καθαρών πρωτογενών δαπανών. Ηδη για την Ελλάδα έχει θέσει ως στόχο να μην ξεπεράσει η αύξηση αυτή το 2,6% σε σύγκριση με φέτος, κάτι που μεταφράζεται σε αύξηση 2,5 δισ. ευρώ περίπου.
Ο διπλός στόχος –πρωτογενών δαπανών για την Κομισιόν και πρωτογενών πλεονασμάτων για τις αγορές– θα είναι ένα δύσκολο στοίχημα για τα επόμενα χρόνια. Στο υπουργείο Οικονομικών υποστηρίζουν ότι το 2024 προβλέπεται να επιτευχθεί. Οπως σημειώνει η πηγή του οικονομικού επιτελείου, «η γενική ιδέα είναι να υπάρχει δημοσιονομική ισορροπία, δηλαδή να εφαρμόζεται το πρόγραμμα, χωρίς επιπλέον παροχές, ούτε και νέους φόρους».
Διαβάστε επίσης:
ΔΕΘ: Χαμηλά οι προσδοκίες για νέες παροχές τον Σεπτέμβριο
Προσδοκίες για επιπλέον έσοδα 2 δισ. ευρώ το 2024
ΤτΕ: Πρωτογενές πλεόνασμα 3,6 δισ. στον προϋπολογισμό το επτάμηνο
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News