BUSINESS & FINANCE

Τράπεζες: Οι στόχοι της τριετίας – Υψηλότερα κέρδη έως το 2025

Τράπεζες: Οι στόχοι της τριετίας – Υψηλότερα κέρδη έως το 2025

Η άνοδος των επιτοκίων από την ΕΚΤ, που ήρθε για να μείνει, αποτελεί τον βασικό τροφοδότη της κερδοφορίας των ελληνικών τραπεζών, οι οποίες η μία μετά την άλλη αναθεωρούν προς τα πάνω τις εκτιμήσεις τους για την κερδοφορία την 3ετία 2023-2025.

Κοινό παρονομαστή των βελτιωμένων επιδόσεων αποτελεί η επιδίωξη για τη διανομή μερίσματος από την τρέχουσα χρήση, δηλαδή το 2024. Ο στόχος αυτός, μετά το «πάγωμα» που επέβαλε ο SSM για τα κέρδη του 2022, επανέρχεται σε πιο φιλόδοξη βάση και τοποθετείται μεταξύ του 20%-30% και προοπτική να φτάσει σταδιακά στον μέσο ευρωπαϊκό όρο που είναι το 50% των κερδών.

Στη βάση αυτή η Alpha Bank στο νέο επιχειρησιακό σχέδιο που ανακοίνωσε την περασμένη εβδομάδα έθεσε ως στόχο τη διανομή μερίσματος τουλάχιστον του 20% των κερδών του 2023, και παράλληλα τις προϋποθέσεις για πολύ υψηλότερη μερισματική απόδοση τα προσεχή χρόνια μέσα από τη δημιουργία κεφαλαίων ύψους 2,3 δισ. ευρώ. Στο 25% τουλάχιστον των κερδών του 2023 τοποθετεί τη διανομή μερίσματος η Eurobank, η Τράπεζα Πειραιώς έχει θέσει ως στόχο 10% για το 2023 με προοπτική το ποσοστό αυτό να ανέλθει στο 15%-20% τα προσεχή χρόνια, ενώ ποσοστό 20%-30% έχει θέσει ως στόχο η διοίκηση της Εθνικής.

Οι τέσσερις συστημικές τράπεζες έχουν θέσει υψηλούς στόχους για αύξηση των οργανικών εσόδων κατά περίπου 20% συνολικά την προσεχή 3ετία και βασική πηγή θα αποτελέσουν τα έσοδα από τόκους και προμήθειες. Οι εκτιμήσεις για ενίσχυση της κερδοφορίας βασίζονται:

1. Στην άνοδο των επιτοκίων από την ΕΚΤ και την παραμονή τους σε υψηλά επίπεδα για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα σε σχέση με τις αρχικές εκτιμήσεις. Τα επιτόκια της ΕΚΤ θα παραμείνουν σε υψηλό επίπεδο όχι μόνο το 2023 αλλά πιθανότατα και το 2024, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των αναλυτών, εμπεδώνοντας τη μεγέθυνση των εσόδων από τόκους που αποτελούν τη βασική πηγή κερδοφορίας των ελληνικών τραπεζών σε ποσοστό μεταξύ 55%-60%.

2. Στη συνέχιση της πιστωτικής επέκτασης μέσω νέων χορηγήσεων που στο σύνολο του τραπεζικού συστήματος εκτιμάται ότι θα προσεγγίσουν τα 25 δισ. ευρώ την προσεχή τριετία. Με δεδομένο ότι οι νέες εκταμιεύσεις θα κατευθυνθούν στις επιχειρήσεις, τα δάνεια των οποίων τιμολογούνται με κυμαινόμενο επιτόκιο, η επιμονή του κόστους χρήματος σε υψηλά επίπεδα θα τροφοδοτήσει τα επιτοκιακά έσοδα την προσεχή 3ετία, με όχημα τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης που θα πρέπει να εκταμιευθούν με ορίζοντα το 2026.

3. Στην εξυγίανση των τραπεζικών ισολογισμών από τα κόκκινα δάνεια, τα οποία μέχρι πριν από δύο χρόνια αντιπροσώπευαν το 30%-40% περίπου των επιτοκιακών εσόδων. Ουσιαστικά επρόκειτο για λογιστικά έσοδα που ως απαιτήσεις εγγράφονταν στους ισολογισμούς των τραπεζών, αλλά στην πραγματικότητα –εκτός της αμφίβολης είσπραξής τους– στερούσαν πόρους, καθώς συνοδεύονταν με υψηλές προβλέψεις για διαγραφές κόκκινων δανείων. Τα επιχειρησιακά σχέδια και των τεσσάρων συστημικών τραπεζών προβλέπουν υποχώρηση του δείκτη μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων κάτω από το 5% (κάποιες τράπεζες όπως η Εθνική και η Eurobank είναι ήδη πολύ κοντά σε αυτό το ποσοστό), περιορίζοντας τις ανάγκες για πρόσθετες προβλέψεις ή διαγραφές τα προσεχή χρόνια και απελευθερώνοντας με αυτόν τον τρόπο κερδοφορία και κεφάλαια.

4. Στην αύξηση των προμηθειών, που αποτελούν μικρό μέρος των οργανικών εσόδων των ελληνικών τραπεζών – κοντά στο 16%– κόντρα στη γενικότερη ευρωπαϊκή τάση, που τα έσοδα από προμήθειες αντιπροσωπεύουν πάνω από το 31% των οργανικών εσόδων. Οι προμήθειες θα προέλθουν τόσο από την επιχειρηματική πίστη όσο και από τη λιανική τραπεζική, η οποία αν και αναπτύσσεται με χαμηλότερο ρυθμό σε ό,τι αφορά τα δάνεια, ενισχύεται ως δραστηριότητα από τις ηλεκτρονικές πληρωμές και τη στροφή στην ψηφιακή τραπεζική. Στην επιχειρηματική πίστη οι αυξημένες δανειοδοτήσεις δεν «παράγουν» μόνο έσοδα από τόκους αλλά και έσοδα από προμήθειες που αναμένεται να ενισχυθούν παράλληλα με την αύξηση της πιστωτικής επέκτασης.

5. Στη συγκράτηση του κόστους των καταθέσεων και την αύξηση των υπό διαχείριση κεφαλαίων για λογαριασμό των πελατών τους. Οι προθεσμιακές καταθέσεις στις ελληνικές τράπεζες που προς το παρόν αντιπροσωπεύουν το ένα πέμπτο περίπου των συνολικών καταθέσεων, ανατιμολογούνται με χαμηλότερους ρυθμούς σε σχέση με τα δάνεια, με συνέπεια τη βελτίωση των spreads και της κερδοφορίας των τραπεζών. Η σταθεροποίηση του οικονομικού κλίματος και η διατήρηση υψηλών ρυθμών ανάπτυξης τα προσεχή χρόνια εκτιμάται ότι θα στρέψει μερίδα των καταθετών σε επενδυτικά προϊόντα, διευρύνοντας το ποσοστό των περιουσιακών στοιχείων που είναι τοποθετημένα σε wealth management προϊόντα από το 11% που είναι σήμερα σταδιακά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο που είναι στο 46%.

Τα επιχειρησιακά σχέδια

Alpha Bank

• Σωρευτικά καθαρά κέρδη ύψους 1,9 δισ. ευρώ έως το 2025.

• Αύξηση των εσόδων περίπου κατά 5% σε ετήσια βάση, στα 2,3 δισ. ευρώ.

• Αύξηση του καθαρού εσόδου από τόκους περίπου κατά 9% σε ετήσια βάση.

• Νέες εκταμιεύσεις ύψους περίπου 14 δισ. ευρώ και σωρευτική καθαρή πιστωτική επέκταση ύψους περίπου 5 δισ. ευρώ.

• Μείωση του κόστους περίπου κατά 3% σε ετήσια βάση και μείωση του δείκτη εξόδων προς έσοδα κατά 14 ποσοστιαίες μονάδες, σε περίπου 40% το 2025.

• Δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων κοντά στο 4% το 2025.

• Βασικός δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας 16% το 2025 από 12,5% το

2022.

• Αύξηση των κερδών ανά μετοχή άνω του 20%.

• Απόδοση ενσώματων ιδίων κεφαλαίων (Return on Tangible Book Value – ROTBV) πάνω από 12% έως το 2025.

Eurobank

• Αύξηση στα επιτοκιακά έσοδα πάνω από 20%.

• Κέρδη ανά μετοχή 0,22 ευρώ το 2022 και 0,25 ευρώ το 2025 από 0,18 ευρώ το 2022 (αύξηση 12% ετησίως).

• Δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων κοντά στο 4,5% το 2025 από 5,2% το 2023 και δείκτης κάλυψης κοντά στο 76%.

• Συνολικός δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας κοντά στο 20% από 19% το 2023 και βασικός δείκτης στο 17,4% από 16% το 2023.

• Οργανικά έσοδα 1,5 δισ. ευρώ το 2025 από 1,2 δισ. ευρώ το 2022 και οργανικά κέρδη (προ προβλέψεων) 1,2 δισ. ευρώ το 2025 από 885 εκατ. ευρώ το 2022.

• Απόδοση ενσώματων ιδίων κεφαλαίων 12%-13% κατ’ έτος.

• Αύξηση χορηγήσεων 7% κατ’ έτος.

Πειραιώς

• Αύξηση οργανικών εσόδων κατά 20% σωρευτικά έως το 2025.

• Καθαρά επιτοκιακά έσοδα μεταξύ 1,6 και 1,7 δισ. ευρώ.

• Απόδοση ενσώματων ιδίων κεφαλαίων κοντά στο 14% από 12% αρχικής πρόβλεψης και 10% το 2022.

• Κέρδη ανά μετοχή από 0,42 ευρώ το 2022, 0,45 ευρώ το 2023 και πάνω από 0,55 ευρώ το 2025.

• Δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων κάτω από 6% το 2023 και κοντά στο 5% το 2025 από 7% το 2022 και δείκτης κάλυψης κοντά στο 70%.

• Καθαρή πιστωτική επέκταση μεταξύ 1,6 και 2,4 δισ. ευρώ ετησίως την 3ετία έως το 2025.

• Συνολικός δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας άνω του 19% έως το 2025 από 16,4% το 2022 και βασικός κεφαλαιακός δείκτης άνω του 14,5% (μετά τη διανομή μερίσματος) από 11,5% το 2022.

Διαβάστε επίσης: 

DBRS: Πώς η Ελλάδα έριξε τα κόκκινα δάνεια από το 40% κάτω από το 5%

Εσοδα 2,3 δισ. έως 2025, μέρισμα από 2024, οι στόχοι της Alpha Bank

Μεγάλου στο Bloomberg: Ανάπτυξη 3,5% φέτος – Η Ελλάδα χρειάζεται σταθερή κυβέρνηση

Ακολουθήστε το Money Review στο Google News