Έχει έρθει το τέλος για τους ψηφιακούς νομάδες;
Οι ψηφιακοί νομάδες έχουν γίνει εμβληματικοί χαρακτήρες της σύγχρονης εποχής της τηλεργασίας. Οι λέξεις παραπέμπουν σε έναν συγγραφέα ή κάποιον που εργάζεται στον τεχνολογικό κλάδο, ο οποίος βρίσκεται σε ένα καφέ δίπλα στην παραλία με το λάπτοπ του, γνωρίζει συνεχώς νέο κόσμο και περνάει καλά.
Παρότι είναι δύσκολο να μετρηθεί ο αριθμός των ατόμων που εργάζονται σε ένα μέρος μακριά από τη βάση τους -οι οποίοι δεν μοιάζουν στο σύνολό τους στο παραπάνω στερεότυπο-, τα στοιχεία δείχνουν ότι ο αριθμός τους αυξάνεται τα τελευταία χρόνια, ειδικά από την πανδημία και έπειτα.
Ωστόσο, ένας αυξανόμενος αριθμός εργαζομένων που έχουν δοκιμάσει τον νομαδικό τρόπο ζωής αναφέρει ότι πίσω από τις αναρτήσεις στο Instagram που τροφοδοτούνται από περιπλανήσεις, η πραγματικότητα δεν είναι πάντα τόσο λαμπερή. Αν και υπήρξαν πολλά οφέλη για τους εργαζόμενους που δοκίμασαν τον τρόπο ζωής, πολλοί λένε επίσης ότι η έλλειψη βάσης επηρέασε την ψυχική και σωματική τους υγεία και πολλές φορές δεν έκανε καλό στην τσέπη τους.
Ως αποτέλεσμα, ορισμένοι νομάδες έχουν κάνει μία δεύτερη στροφή 180 μοιρών, γυρνώντας στην αρχική τους θέση.
Όπως μεταδίδει το BBC, το 2011, η Lauren Juliff παράτησε τη δουλειά της σε ένα σούπερ μάρκετ στο Ηνωμένο Βασίλειο για να δει τον κόσμο.
Δημιούργησε μια ταξιδιωτική ιστοσελίδα με στόχο να χρηματοδοτήσει τις περιπέτειές της. Προς έκπληξή της, άρχισε να βγάζει αρκετά μέσα σε ένα χρόνο για να γίνει ψηφιακός νομάς. «Το όνειρό μου ήταν πάντα να δω όσο το δυνατόν περισσότερα μέρη, οπότε μόλις έκανα αυτό το όνειρο πραγματικότητα, ήμουν αποφασισμένη να μην αλλάξω ποτέ τρόπο ζωής. Η εξερεύνηση νέων τόπων με έκανε να νιώθω ζωντανή και μάθαινα πολλά – για νέους πολιτισμούς και τον εαυτό μου – σχεδόν σε καθημερινή βάση».
Μετά από πέντε χρόνια, ωστόσο, ο ενθουσιασμός του νομαδικού τρόπου ζωής σε όλο τον κόσμο άρχισε να υποχωρεί. Η Juliff που είναι τώρα 34 ετών, περιγράφει το ταξίδι της – αρχικά ειδυλλιακό και ονειρικό – που μεταμορφώνεται σε μια εξαντλητική δοκιμασία από την οποία ήθελε απεγνωσμένα να ξεφύγει.
Η ζωή και η εργασία εν κινήσει, είχε ακούσιες επιπτώσεις στην ψυχική και σωματική της υγεία. «Άρχισα να έχω κρίσεις πανικού σε καθημερινή βάση – αυτές που σταματούσαν μόνο όποτε φανταζόμουν να έχω σπίτι», λέει. Η απουσία μιας σταθερής κοινότητας είχε ως αποτέλεσμα την απώλεια μακροχρόνιων φιλιών, οδηγώντας σε συναισθήματα μοναξιάς και κατάθλιψης. Παράλληλα είχε προβλήματα και με την σωματική της υγεία, καθώς υπέφερε συχνά από τροφική δηλητηρίαση και μολύνσεις.
Χωρίς πρόσβαση σε κουζίνα ή γυμναστήριο, λέει ότι ο τρόπος ζωής της ήταν ανθυγιεινός, βασιζόμενη στα γεύματα του εστιατορίου τρεις φορές την ημέρα, κάθε μέρα, για χρόνια. Η προσωπική της ζωή υπέφερε επίσης: «Δεν είχα χόμπι γιατί ήταν πολύ δύσκολο να διατηρηθούν όσο ζούσα με ένα σακίδιο», προσθέτει.
Την ίδια στιγμή, η διατήρηση της παραγωγικότητας εν κινήσει αποδείχθηκε πρόκληση. Η προσπάθεια διαχείρισης της εργασίας, εξερεύνησης νέων τοποθεσιών και αντιμετώπισης συχνά αναξιόπιστων συνδέσεων στο διαδίκτυο έγινε πολύ αποθαρρυντική. «Δυσκολεύτηκα να διευθύνω αποτελεσματικά την επιχείρησή μου… δουλεύοντας ξαπλωμένη στο κρεβάτι γιατί σπάνια είχα πρόσβαση σε ένα γραφείο».
Το σημείο καμπής ήρθε όταν οι κρίσεις πανικού, που αποδίδει στον νομαδικό τρόπο ζωής της, την ώθησαν να βρει μια βάση για το σπίτι της. Όταν εγκαταστάθηκε στην Πορτογαλία και υπέγραψε μια μίσθωση ενός διαμερίσματος, η Juliff είδε το εισόδημά της να τριπλασιάζεται μέσα σε ένα χρόνο.
Πιστώνει τη βελτίωση στη συνέπεια του να βρίσκεσαι σε ένα μέρος και να μην ταξιδεύεις συνεχώς. Οι κρίσεις πανικού της εξαφανίστηκαν, γράφτηκε σε γυμναστήριο, άρχισε να μαγειρεύει υγιεινά γεύματα και δημιούργησε μια σταθερή κοινότητα φίλων.
moneyreview.gr
Ψηφιακοί νομάδες: Γιατί η Ελλάδα είναι πόλος έλξης
Βάλε πλυντήριο, κούρεψε το γκαζόν: Μήπως οι οικοδεσπότες του Airbnb έχουν ξεφύγει;
Άφησε τη Νέα Υόρκη για την Αθήνα στην πανδημία: Τι λέει έναν χρόνο μετά
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News