«Κλείνει το μάτι» ο ILO για αύξηση μισθών
Αντικρούει τους φόβους για ανοδικό σπιράλ µισθών και τιµών ο Senior Economist της ∆ιεθνούς Οργάνωσης Εργασίας – ILO Στέφαν Κουν, ο οποίος µιλώντας στην «Κ» διατυπώνει την άποψη ότι οι µισθωτοί εργαζόµενοι δεν µπορούν να παραιτηθούν από τις αυξήσεις των µισθών και να επωµιστούν το βάρος «µόνο και µόνο για να επιστρέψει γρηγορότερα ο πληθωρισµός στον στόχο». Προτείνει πάντως τον διάλογο ανάµεσα στους κοινωνικούς εταίρους ως «κλειδί για την πλοήγηση σε αυτή την κρίση». Αναφορικά µε τη µείωση του µη µισθολογικού κόστους χαρακτηρίζει προϋπόθεση τη συνολική αναµόρφωση της φορολογικής πολιτικής, υπό την έννοια ότι αν η απλή µείωση των µη µισθολογικών εισφορών σηµαίνει τελικά άντληση των χαµένων εσόδων µέσω του φόρου εισοδήµατος, τότε δεν θα αλλάξει η καθαρή αµοιβή που θα λαµβάνουν οι εργαζόµενοι στο τέλος της ηµέρας. Αναφερόµενος στις διεθνείς τάσεις στην αγορά εργασίας εκτιµά ότι πλέον οι επιχειρήσεις θα προσπαθούν να προσελκύουν τα καλύτερα ταλέντα όχι µόνο µε χρήµατα αλλά και µε «ποιότητα ζωής».
– Το άλµα στον πληθωρισµό ασκεί πιέσεις για αυξήσεις µισθών στις οικονοµίες. Μια σχολή σκέψης εκφράζει ανησυχία για το ρίσκο ενός ανοδικού σπιράλ µισθών – τιµών. Μια άλλη άποψη θεωρεί αναπόφευκτες τις αυξήσεις των µισθών σε ένα περιβάλλον υψηλού πληθωρισµού. Ποια είναι η προσέγγιση της ∆ιεθνούς Οργάνωσης Εργασίας;
– Η αύξηση των τιµών σηµαίνει και αύξηση των εσόδων για τις επιχειρήσεις, εποµένως ο πληθωρισµός δεν συνεπάγεται αυτοµάτως απώλεια πραγµατικού εισοδήµατος. Η Ευρώπη ωστόσο χρειάζεται να δαπανάει σηµαντικά περισσότερα χρήµατα για την εισαγωγή ενέργειας, µε αποτέλεσµα η ήπειρος να αντιµετωπίζει τελικά απώλεια πραγµατικού εισοδήµατος. Το ερώτηµα είναι ποιος φέρει αυτή την απώλεια. Τα ρεκόρ εταιρικών κερδών το 2022 δείχνουν ότι στο σύνολό του ο εταιρικός τοµέας µάλλον επωφελείται από την αύξηση των τιµών, αν και υπάρχει µεγάλη διακύµανση ανάµεσα σε επιχειρήσεις διαφορετικών τύπων. Η οικονοµική πολιτική αφορά τους ίδιους τους ανθρώπους και είναι αµφισβητούµενη η ιδέα να ζητήσουµε από την πλειονότητα των νοικοκυριών –εκείνα που αφορούν µισθωτούς εργαζοµένους– να παραιτηθούν από τις αυξήσεις των µισθών και να επωµιστούν το βάρος του πληθωρισµού µόνο και µόνο για να επιστρέψει γρηγορότερα ο πληθωρισµός στον στόχο. Ο κοινωνικός διάλογος είναι το κλειδί για την πλοήγηση σε αυτή την κρίση.
– Πώς αξιολογεί η ∆ιεθνής Οργάνωση Εργασίας το πλαίσιο για τον κατώτατο µισθό στην Ελλάδα και ποια χαρακτηριστικά θεωρεί ότι θα πρέπει να έχει η χάραξη πολιτικής σε αυτό το θέµα;
– Η ∆ιεθνής Οργάνωση Εργασίας έχει καθιερώσει έναν οδηγό πολιτικής για τον κατώτατο µισθό, που παρέχει πληροφορίες για βασικά ζητήµατα καλής πρακτικής και υπογραµµίζει διαφορετικές επιλογές που µπορούν να υιοθετηθούν ανάλογα µε τις εθνικές προτιµήσεις και τις συνθήκες στην εκάστοτε χώρα (σ.σ. σε αυτές τις οδηγίες ο ILO επισηµαίνει ως βασική αρχή για τον κατώτατο µισθό ότι εάν καθοριστεί πολύ χαµηλά, θα έχει µικρή επίδραση στην προστασία των εργαζοµένων και των οικογενειών τους από αδικαιολόγητα χαµηλές αµοιβές ή φτώχεια. Εάν όµως οριστεί πολύ υψηλά, θα τηρείται ελάχιστα ή και θα έχει δυσµενείς επιπτώσεις στην απασχόληση. Σε αυτό το πλαίσιο καταλήγει ότι µόνο ο κοινωνικός διάλογος και οι συλλογικές διαπραγµατεύσεις µπορούν να βοηθήσουν στην επίτευξη της ισορροπίας µεταξύ των αναγκών τόσο των εργαζοµένων όσο και των επιχειρήσεων. Επιπλέον, ο ILO παρατηρεί ότι σε ορισµένες χώρες περισσότεροι από τους µισούς µισθωτούς που δικαιούνται τον κατώτατο µισθό στην πράξη αµείβονται µε µισθούς κάτω από το νόµιµο κατώτατο όριο, υπογραµµίζοντας ότι τα υψηλά ποσοστά µη συµµόρφωσης έχουν αρνητικές συνέπειες όχι µόνο για τους εργαζοµένους και τις οικογένειές τους, των οποίων τα δικαιώµατα παραβιάζονται, αλλά και για τους συµµορφούµενους εργοδότες, καθώς παρέχουν στις µη συµµορφούµενες επιχειρήσεις ένα αθέµιτο πλεονέκτηµα κόστους).
– Ποια είναι η εκτίµηση της ∆ιεθνούς Οργάνωσης Εργασίας για την πορεία της ανεργίας στην Ελλάδα;
– Η Ελλάδα καταφέρνει να µειώνει σταθερά το ποσοστό ανεργίας από το υψηλό του 27% το 2013. Είναι ενδιαφέρον το γεγονός ότι η πανδηµία δεν διέκοψε αυτή την τάση και φαίνεται ότι η Ελλάδα έχει θέσει την ανεργία σε τροχιά µακροπρόθεσµης πτώσης.
Ωστόσο, τα ποσοστά ανεργίας στην Ελλάδα παραµένουν από τα υψηλότερα στην Ευρώπη και υπάρχει ακόµη δρόµος. ∆εδοµένης πλέον µιας πιο απαισιόδοξης οικονοµικής προοπτικής, µένει να φανεί εάν η Ελλάδα θα µπορέσει να συνεχίσει µε αυτή τη σταθερή πρόοδο. Είναι επίσης σηµαντικό να εξετάσουµε τι είδους θέσεις εργασίας δηµιουργήθηκαν. Μετά την κρίση χρέους το 2012, οι µέσες αποδοχές µειώθηκαν και η προσωρινή απασχόληση αυξήθηκε. Τα τελευταία στοιχεία όµως δείχνουν ότι το µερίδιο της προσωρινής απασχόλησης είναι χαµηλότερο από τα προ κρίσης επίπεδα, το µερίδιο της αυτοαπασχόλησης µειώθηκε και οι µέσες πραγµατικές αποδοχές επίσης ξεπέρασαν τα προ κρίσης επίπεδα.
Προσέλκυση ταλέντων όχι µόνο µε χρήµατα, αλλά και µε «ποιότητα ζωής»
– Σε ποιο βαθµό η µείωση του µη µισθολογικού κόστους είναι µέρος της λύσης για την αύξηση των προσλήψεων και την ενίσχυση των εισοδηµάτων;
– Θα πρέπει να κάνουµε διάκριση µεταξύ του νοµισµατικού και του µη νοµισµατικού µη µισθολογικού κόστους. Θα πρέπει να προσπαθεί κανείς να µειώνει το µη νοµισµατικό κόστος, όπως τα γραφειοκρατικά εµπόδια, τις διοικητικές καθυστερήσεις και άλλους παράγοντες που καθιστούν άσκοπα την επιχειρηµατική δραστηριότητα πιο ακριβή και λιγότερο δυναµική, εφόσον αυτό δεν θέτει σε κίνδυνο τα βιώσιµα συµφέροντα των εργαζοµένων, όπως η ασφάλεια και η υγεία στον χώρο εργασίας, οι πράξεις κατά των διακρίσεων και η προστασία της απασχόλησης.
Το νοµισµατικό µη µισθολογικό κόστος µπορεί να θεωρηθεί ως µια µορφή φόρου, που σηµαίνει ότι η µείωσή του απαιτεί την επιβολή φορολογίας µε άλλους τρόπους. Θα πρέπει να γίνει µια ανάλυση του φορολογικού συστήµατος συνολικά, προκειµένου να διερευνηθεί εάν αυτό µπορεί να βελτιστοποιηθεί µε τρόπο που θα αυξήσει τις προσλήψεις και την επιχειρηµατική δραστηριότητα. Η απλή µείωση των µη µισθολογικών εισφορών και η άντληση αυτών των χαµένων εσόδων µέσω του φόρου εισοδήµατος δεν θα άλλαζε την καθαρή αµοιβή που θα λαµβάνουν οι εργαζόµενοι στο τέλος της ηµέρας.
– Τελευταία έχει ανοίξει διεθνώς µια συζήτηση για το ιδανικό ωράριο εργασίας. Ποιες είναι οι ενδεδειγµένες λύσεις σε όρους ποιότητας ζωής του εργαζοµένου αλλά και παραγωγικότητας της επιχείρησης;
– Οι προτιµήσεις αλλάζουν µε την πάροδο του χρόνου και αυτό που κάποτε θεωρούνταν φυσιολογικό µπορεί να µην είναι πια σήµερα. Επίσης, αλλάζει η φύση της εργασίας. Ο κοινωνικός διάλογος, µε τη συµµετοχή εκπροσώπων των εργαζοµένων και των εργοδοτών, είναι η βάση για την εξεύρεση κατάλληλων λύσεων. Καθώς η γήρανση του πληθυσµού θα οδηγήσει σε συρρίκνωση του εργατικού δυναµικού, οι επιχειρήσεις πιθανότατα θα προσπαθήσουν να προσελκύσουν τα καλύτερα ταλέντα όχι µόνο µε χρήµατα αλλά και µε «ποιότητα ζωής». Από αυτή την άποψη, είναι σηµαντικό να αυξηθεί η δεξαµενή ειδικευµένου εργατικού δυναµικού µέσω βελτιωµένης εκπαίδευσης και κατάρτισης – ένα έργο που απαιτεί τη δέσµευση όλων των κοινωνικών εταίρων.
– Θα πρέπει να ενθαρρύνει κανείς την εξ αποστάσεως εργασία; Ποια είναι η εικόνα που αποκοµίζει η ∆ιεθνής Οργάνωση Εργασίας από την εξέλιξη της τηλεργασίας στην Ευρώπη;
– Ανάµεσα στα οφέλη τής εξ αποστάσεως εργασίας είναι η βελτιωµένη ισορροπία µεταξύ εργασίας και προσωπικής ζωής, οι ευκαιρίες για ευέλικτο ωράριο εργασίας και σωµατική δραστηριότητα, ο µειωµένος χρόνος κυκλοφορίας και µετακίνησης και η µείωση της ατµοσφαιρικής ρύπανσης – όλα αυτά µπορούν να βελτιώσουν τη σωµατική και ψυχική υγεία καθώς και την κοινωνική ευηµερία. Η τηλεργασία µπορεί επίσης να οδηγήσει σε υψηλότερη παραγωγικότητα και χαµηλότερο λειτουργικό κόστος για πολλές εταιρείες.
Ωστόσο, χωρίς κατάλληλο σχεδιασµό, οργάνωση και υποστήριξη υγείας και ασφάλειας, ο αντίκτυπος της τηλεργασίας στη σωµατική και ψυχική υγεία και στην κοινωνική ευηµερία των εργαζοµένων µπορεί να είναι σηµαντικός. Μπορεί να οδηγήσει σε αποµόνωση, επαγγελµατική εξουθένωση, κατάθλιψη, ενδοοικογενειακή βία, µυοσκελετικούς και άλλους τραυµατισµούς, καταπόνηση των µατιών, αύξηση του καπνίσµατος και της κατανάλωσης αλκοόλ, παρατεταµένη καθιστική ώρα και χρόνο οθόνης, καθώς και ανθυγιεινή αύξηση βάρους. Επιπλέον, η δηµιουργία και η συντήρηση ενός χώρου γραφείου στο σπίτι µπορεί να είναι δαπανηρή – ένα κόστος που δεν πρέπει να επιβάλλεται από τους εργοδότες στους εργαζοµένους χωρίς την κατάλληλη αποζηµίωση.
Διαβάστε επίσης:
Η «κατάργηση» του οκτάωρου: Οι μισοί εργαζόμενοι είτε δουλεύουν πάρα πολύ είτε πολύ λίγο
Αυξήσεις μισθών: Η εξέλιξη των τριετιών για άλλο ένα χρόνο στο συρτάρι
Ποιοι κλάδοι θα κάνουν προσλήψεις τους επόμενους μήνες στην Ελλάδα
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News